Σάββατο 8 Απριλίου 2017

Ωδή του Pablo Neruda στο Φιντέλ

Ωδή του Πάμπλο Νερούδα στον Φιντέλ Κάστρο 


Φιντέλ, Φιντέλ, οι λαοί σ’ ευγνωμονούν
λόγια δραστικά και έργα τραγουδιστά,
γι’ αυτό από μακριά σου ‘χω φέρει
της πατρίδας μου ένα ποτήρι κρασί·
το αίμα είναι ενός λαού υπόγειου
στο λαρύγγι σου που φτάνει απ’ τη σκιά,
μεταλλωρύχοι είναι που ζουν αιώνες
απ’ την παγωμένη γη βγάζοντας φωτιά.
Για κάρβουνο κάτω απ’ τη θάλασσα πάν
και είναι σαν φαντάσματα όταν γυρνάν·
τη νύχτα την αιώνια συνηθίσαν,
της μέρας το φως τους το κλέψαν
αλλά να, εδώ έχεις το ποτήρι,
τόσων πικρών και χωρισμών·
η χαρά ανθρώπου φυλακισμένου,
από σκοτάδια και ελπίδες στοιχειωμένου,
που μέσα απ’ το ορυχείο ξέρει πότε
η άνοιξη ήρθε και το άρωμά της
γιατί ξέρει ότι ο άνθρωπος δίνει μάχη
το λαμπρό μεγαλείο μέχρι να φτάσει.
Και στην Κούβα πάνε του νότου οι μεταλλωρύχοι,
της πάμπας οι γιοί οι μοναχικοί,
του κρύου της Παταγονίας οι ποιμένες,
του τσίγκου και του ασημιού οι πατέρες,
αυτοί που έχοντας παντρευτεί την κορδιλιέρα
το χαλκό της Κουτσικαμάτα βγάζουν,
των λεωφορείων οι κρυμμένοι άντρες
σε οικισμούς αγνούς της νοσταλγίας,
των κάμπων και των ραφείων οι γυναίκες,
τα παιδιά που την παιδική τους ηλικία κλάψαν·
αυτό είναι το ποτήρι, πάρ’ το, Φιντέλ. 


 
Γεμάτο είναι τόσες ελπίδες
που πίνοντάς το θα ξέρεις ότι η νίκη σου
είναι σαν της πατρίδας μου το παλιό κρασί·
ένας άντρας δεν το κάνει αλλά πολλοί άντρες
ούτε ένα σταφύλι αλλά πολλά αμπέλια·
μια σταγόνα δεν είναι αλλά πολλά ποτάμια·
ούτε ένας πολέμαρχος αλλά πολλές μάχες.
Και μαζί σου είναι γιατί μέσα σου έχεις
την τιμή όλη του μεγάλου μας αγώνα
και αν η Κούβα έπεφτε κι εμείς θα πέφταμε,
και για να τη σηκώσουμε θα γυρνάγαμε,
και αν με όλα τα άνθη της ανθίσει
με τον ίδιο μας το χυμό θ’ ανθίσει.
Κι αν το μέτωπο τολμήσουν ν’ αγγίξουν
της Κούβας απ’ τα χέρια σου λευτερωμένης
τις γροθιές των λαών θα συναντήσουν,
τα θαμμένα όπλα θ’ απαντήσουν·
το αίμα κι η περηφάνια θα κινήσουν
την πολυαγαπημένη Κούβα να υπερασπίσουν.
Το ποίημα στα Ισπανικά:
A Fidel Castro
Fidel, Fidel, los pueblos te agradecen
palabras en acción y hechos que cantan,
por eso desde lejos te he traído
una copa del vino de mi patria:
es la sangre de un pueblo subterráneo
que llega de la sombra a tu garganta,
son mineros que viven hace siglos
sacando fuego de la tierra helada.
Van debajo del mar por los carbones
y cuando vuelven son como fantasmas:
se acostumbraron a la noche eterna,
les robaron la luz de la jornada
y sin embargo aquí tienes la copa
de tantos sufrimientos y distancias:
la alegría del hombre encarcelado,
poblado por tinieblas y esperanzas
que adentro de la mina sabe cuando
llegó la primavera y su fragancia
porque sabe que el hombre está luchando
hasta alcanzar la claridad más ancha.
Y a Cuba ven los mineros australes,
los hijos solitarios de la pampa,
los pastores del frío en Patagonia,
los padres del estaño y de la plata,
los que casándose con la cordillera
sacan el cobre de Chuquicamata,
los hombres de autobuses escondidos
en poblaciones puras de nostalgia,
las mujeres de campos y talleres,
los niños que lloraron sus infancias:
esta es la copa, tómala, Fidel.
Está llena de tantas esperanzas
que al beberla sabrás que tu victoria
es como el viejo vino de mi patria:
no lo hace un hombre sino muchos hombres
y no una uva sino muchas plantas:
no es una gota sino muchos ríos:
no un capitán sino muchas batallas.
Y están contigo porque representas
todo el honor de nuestra lucha larga
y si cayera Cuba caeríamos,
y vendríamos para levantarla,
y si florece con todas sus flores
florecerá con nuestra propia savia.
Y si se atreven a tocar la frente
de Cuba por tus manos libertada
encontrarán los puños de los pueblos,
sacaremos las armas enterradas:
la sangre y el orgullo acudirán
a defender a Cuba bienamada.

Πηγή: Proyecto Numantino 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου