Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2017

23 Φλεβάρη 1917 ξεσπά η Φεβρουαριανή Επανάσταση

Επιμέλεια Αργυρώ Κραββαρίτη                                    http://vathikokkino.gr
23 Φλεβάρη 1917 ξεσπά στην Αγία Πετρούπολη η Φεβρουαριανή Επανάσταση, που θα οδηγήσει στις 2 Μαρτίου του 1917 στην πτώση του Τσάρου και τον τερματισμό της χιλιόχρονης βασιλείας στη Ρωσία.

H EΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ
Των ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΔΑΓΚΑ, επίκουρου καθηγητή Ιστορίας
Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου
και του ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΛΕΟΝΤΙΔΗ υπ.δρος Ιστορίας Πανεπιστημίου Λομονοσοφ

Οι έντονες αντιπαραθέσεις, οι οποίες χαρακτήριζαν την τσαρική Ρωσία στις αρχές του 20ου αιώνα και οδήγησαν στην επανάσταση του 1905, παρά τις περιορισμένες προσπάθειες μεταρρυθμίσεων του πρωθυπουργού Στολίπιν (1906-1911), οξύνθηκαν στο έπακρο το 1914 λόγω της συμμετοχής την χώρας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η αχανής αυτοκρατορία των Ρομανόφ αποδείχτηκε γίγαντας με πήλινα πόδια όταν η μακρόχρονη πολεμική σύγκρουση απαίτησε από την κοινωνία το σύνολο των δυνάμεών της και την οδήγησε στα όρια των ήδη περιορισμένων αντοχών της. Η λειτουργία της πολεμικής μηχανής στηριζόταν στη συνεχώς αυξανόμενη φορολογία και την έκδοση πληθωριστικού χρήματος.
Νωρίς (τα τέλη του 1914) εμφανίστηκαν φαινόμενα κρίσης στην αγροτική παραγωγή, τη βιομηχανία και τις μεταφορές. Οι προσπάθειες , όπως και σε άλλα εμπόλεμα κράτη, κρατικής ρύθμισης της οικονομίας δεν είχαν θεαματικά αποτελέσματα.
Η πρώτη σε μέγεθος κοινωνική ομάδα στη Ρωσία, οι αγρότες, αριθμούσε 110 εκατομμύρια άτομα. Το μεγάλο πρόβλημα της οικονομίας παρέμενε η ύπαρξη μεγάλων τσιφλικιών και η ανεπαρκής γη για την πλειονότητα των χωρικών. Το 1905, οι 30 χιλιάδες μεγαλύτεροι γαιοκτήμονες κατείχαν 70 εκατομμύρια εκτάρια γης, 10,5 εκατομμύρια οικογένειες μόλις 75 εκατομμύρια εκτάρια. Η επιστράτευση 12.800.000 αγροτών στέρησε από τον αγροτικό χώρο τα πιο ικανά προς εργασία μέλη του. Πολλές οικογένειες αναγκάστηκαν να πουλήσουν τα χωράφια τους σε πλούσιους αγρότες, οι οποίοι είχαν κάνει δυναμικά την εμφάνισή τους στο χωριό, αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων του Στολίπιν και της διάλυσης της «ομπσίνα» (κοινής χρήσης της γης από την κοινότητα). Κατά τη δεκαετία του 1915-1916 εξελίχθηκαν 474 σημαντικές αγροτικές κινητοποιήσεις.
Οι μισθωτοί εργαζόμενοι το 1917 έφθαναν τα 18 εκατομμύρια(εξ αυτών 3,6 εκατομμύρια συνιστούσαν το σκληρό πυρήνα, τους βιομηχανικούς εργάτες), συγκεντρωμένοι σε μεγάλα βιομηχανικά κέντρα: Πετρούπολη, Μόσχα, Ουράλια, Ντονμπάς, Κριβοροζιε, Μπακού. Τα προβλήματα διαβίωσης, οι τιποτένιοι μισθοί, η παραβίαση του ωραρίου ( επίσημα 9,5 ώρες, αλλά στην πραγματικότητα μέχρι 15), η απαράδεκτη στέγαση υποβάθμιζαν τη ζωή των εργατών. Στα χρόνια του πολέμου, το επίπεδο των μισθών σε πραγματικές τιμές μειώθηκε κατά το ήμισυ σε σχέση με την προπολεμική περίοδο, ενώ η εργατική κατανάλωση έπεσε αντίστοιχα στο 47%. Αρχής γενομένης από το 1915 εκδηλώθηκαν 1.410 απεργίες στις οποίες έλαβαν μέρος 1.086.000 εργάτες.
Οι εθνικές διεκδικήσεις των μη Ρώσων της αυτοκρατορίας, που αποτελούσαν το 57% του συνολικού πληθυσμού, ήτανε ένα επιπλέον αγκάθι για το απολυταρχικό καθεστώς. Η μεγαλοκρατική σοβινιστική πολιτική της εξουσίας δεν ανέκοπτε τη διαδικασία εθνικής αφύπνισης των λαών της χώρας. Τον Ιούνιο 1916, το διάταγμα για τη χρησιμοποίηση «αλλογενούς πληθυσμού» σε εργασίες στα μετόπισθεν, σε περιοχές που συνόρευαν με το μέτωπο, πυροδότησε εξεγέρσεις στη Μέση Ασία, τον Καύκασο, τη Σιβηρία και το Καζακστάν.
Η κρίση του καθεστώτος
Οι αποτυχίες στα μέτωπα του πολέμου σε συνδυασμό με τις άθλιες συνθήκες ζωής των εργατών στα εργοστάσια, των αγροτών στα χωριά, των στρατιωτών στα χαρακώματα και των οικογενειών τους στα μετόπισθεν, εξάντλησαν το αρχικό κεφάλαιο πατριωτισμού και εθνικής συμφιλίωσης που είχαν εξασφαλίσει οι κρατούντες. Η λαϊκή δυσαρέσκεια και ο κίνδυνος στρατιωτικής ήττας οδήγησαν το καθεστώς σε σοβαρή κρίση. Την εξουσία ασκούσε μια μικρή ομάδα προσώπων γύρω από την τσαρική οικογένεια- η περίπτωση του καλόγερου Ρασπούτιν είναι χαρακτηριστική. Παραδοσιακοί υποστηρικτές της απολυταρχίας από τις τάξεις των ευγενών και των γαιοκτημόνων εγκατέλειπαν τον τσάρο. Από τα τέλη του 1916 βρισκόταν σε εξέλιξη η οργάνωση παλατιανού πραξικοπήματος.
Η πολιτική κρίση εκφράστηκε και με τη συχνή αντικατάσταση κυβερνητικών στελεχών. Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο τσάρος διόρισε 4 πρωθυπουργούς, 6 υπουργούς Εσωτερικών,4 υπουργούς Στρατιωτικών και 3 υπουργούς Εξωτερικών. Κατά την ίδια περίοδο, με ειδικά τσαρικά διατάγματα, η Δούμα ( κοινοβούλιο) διέκοψε τις εργασίες της τρεις φορές.

Οι πολιτικές δυνάμεις
Τα κυριότερα αστικά κόμματα, οι καντέτ και οι οκτωβριστές, που σχημάτιζαν στη Δούμα το «προοδευτικό μπλοκ», όξυναν την κριτική τους κατά της τσαρικής κυβέρνησης, με κατηγορίες για ανικανότητα διαχείρισης της πολεμικής προσπάθειας. Κύριο αίτημα τους από το 1916 ήταν η δημιουργία «κυβέρνησης εμπιστοσύνης» στηριζόμενης στη Δούμα. Πολιτικός στόχος τους ήταν η εγκαθίδρυση συνταγματικής μοναρχίας.
Το ριζοσπαστικό πολιτικό φάσμα στη Ρωσία αποτελούσαν μια σειρά επαναστατικών, σοσιαλιστικών , εργατικών κι αγροτικών κομμάτων, πανρωσικών ή εθνικών, στη συντριπτική τους πλειοψηφία παράνομων. Τα κυριότερα εξ΄ αυτών ήταν οι Σοσιαλιστές- Επαναστάτες (εσέροι), το Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα ( μπολσεβίκοι) και το Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα (μενσεβίκοι) Κεντρικό πολιτικό σύνθημα όλων ήταν η πτώση του τσαρικού καθεστώτος και ο εκδημοκρατισμός της χώρας. Η λύση του αγροτικού ζητήματος, το εθνικό ζήτημα, τα εργατικά δικαιώματα αποτελούσαν προγραμματικά αιτήματα. Οι κοινωνικές αναφορές των εν λόγω κομμάτων, οι τρόποι οργάνωσης, οι μορφές αγώνα που πρότασσαν και κυρίως οι στρατηγικές προοπτικές που προέβαλλαν, διαφοροποιημένες μεταξύ αυτών , καθόρισαν τη στάση τους με την πτώση της απολυταρχίας
Η πρωτεύουσα της επανάστασης
Η Πετρούπολη, πρωτεύουσα της Ρωσίας, μεγαλούπολη 2,5 εκατομμυρίων κατοίκων, αν και γεωγραφικά στο βορειοδυτικό άκρο του τεράστιου κράτους, αποτελούσε το κέντρο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Σύμφωνα με τον ηγέτη των μπολσεβίκων Β.Ι. Λένιν , «κάθε βήμα της Πετρούπολης αποτελεί καθοδηγητικό παράδειγμα για όλη τη Ρωσία».
Το 1917, οι επιχειρήσεις της Πετρούπολης – άνω των 1.000 μονάδων – κάλυπταν το 24,2% της βιομηχανικής παραγωγής της Ρωσίας.. Οι βιομηχανικοί εργάτες, 417.000 άτομα, συγκεντρωμένοι στην πλειονότητά τους σε μεγάλες βιομηχανίες που απασχολούσαν άνω των 1.000 ατόμων (20 εργοστάσια άνω των 5.000 εργατών, το μεταλλουργικό εργοστάσιο Πουτίλοφ με 28.000 εργάτες) διέθεταν έκτακτο πολιτικό βάρος ως οργανωμένη κοινωνική δύναμη η οποία, ευρισκόμενη στην καρδιά της αυτοκρατορίας, μπορούσε να τεθεί επικεφαλής του αγώνα και να συγκρουστεί με το τσαρικό καθεστώς.
Σημαντικός παράγων, που με τη στάση του θα καθόριζε την έκβαση των αντικαθεστωτικών κινητοποιήσεων, η φρουρά της Πετρούπολης, διέθετε το Φεβρουάριο 1917, δύναμη 460.000 ανδρών (200.000 μέσα στην πόλη και 260.000 στα πέριξ)
Η εκδήλωση της επανάστασης
Στις 23 Φεβρουαρίου 1917 (8 Μαρτίου με νέο ημερολόγιο), διεθνή μέρα της εργαζόμενης γυναίκας, οργανώθηκαν στην Πετρούπολη εκδηλώσεις των εργαζομένων με συνθήματα κατά του πολέμου, της ακρίβειας και των σκληρών συνθηκών εργασίας. Μέχρι το βράδυ, οι αρχικές συγκεντρώσεις μετατράπηκαν σε μαζικές μαχητικές πορείες. Ξέσπασαν αυθόρμητες απεργίες με τη συμμετοχή 128.000 εργατών. Ήταν η αρχή μιας λαϊκής επανάστασης.
Τις αμέσως επόμενες ημέρες, οι απεργίες και οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν με αυξανόμενη συμμετοχή και ένταση. Στις 25 Φεβρουαρίου κηρύχθηκε γενική πολιτική απεργία. Στις εργατικές συνοικίες, οι απεργοί κατελάμβαναν και κατέστρεφαν τα αστυνομικά τμήματα. Στα εργοστάσια έγιναν καταλήψεις. Στη βιομηχανία Πουτίλοφ οργανώθηκε ένοπλη επαναστατική επιτροπή εργατών με πρωταρχικό καθήκον τη φύλαξη των εγκαταστάσεων. Την ίδια μέρα σε σκληρές συγκρούσεις εργατών και αστυνομίας έπεσαν οι πρώτοι νεκροί.
Η αντίδραση του καθεστώτος ήταν άμεση. Ο τσάρος τηλεγραφούσε από το γενικό επιτελείο στο διοικητή της φρουράς Πετρούπολης να επιβάλλει τάξη. Στις 26 Φεβρουαρίου, ο στρατός και η αστυνομία αντιμετώπισαν με καταιγισμό πυρός στις διαδηλώσεις που κατευθύνονταν στο κέντρο της πόλης. Οι νεκροί και οι τραυματίες ήταν εκατοντάδες. Την ίδια όμως μέρα ένα στρατιωτικό τμήμα 600 ανδρών πέρασε στην πλευρά των διαδηλωτών. Την επομένη, 27 Φεβρουαρίου, 67.000 στρατιώτες τάχθηκαν με την επανάσταση. Βοηθούμενοι απ΄ αυτούς οι εργάτες κατέλαβαν την κεντρική αποθήκη όπλων της πόλης και πήραν 40.000 τουφέκια και 30.000 ρεβόλβερ. Πολλοί στρατιώτες μοίραζαν τον ατομικό εξοπλισμό τους στους εργάτες Μέσα σε μία μέρα «εξαφανίστηκαν» από τους στρατώνες 102 πολυβόλα. Στις 28 Φεβρουαρίου ενώθηκαν με τους επαναστάτες 127.000 στρατιώτες. Η μαζική ανταρσία των στρατιωτών αποδείκνυε ότι οι αγρότες στήριζαν την επανάσταση και τους εργάτες που αγωνίζονταν στους δρόμους της Πετρούπολης. Οι εξεγερμένοι συνέλαβαν και φυλάκισαν τους υπουργούς της τσαρικής κυβέρνησης.
Στις 2 Μαρτίου έγινε εκ μέρους βουλευτών των αστικών κομμάτων μια ύστατη προσπάθεια για τη σωτηρία του θρόνου και της δυναστείας. Ο τσάρος Νικόλαος Β’ αναγκάστηκε να παραιτηθεί υπέρ του αδερφού του, μεγάλου δούκα Μιχαήλ Αλεξάντροβιτς. Παρά τις προσπάθειες του Π.Ν. Μιλιούκοφ, ηγέτη των καντέτ, ο δούκας, αντιλαμβανόμενος το αδιέξοδο, δεν πείστηκε ν΄ αναλάβει το θρόνο. Στις 4 Μαρτίου κατέρρευσε η 300ετής δυναστεία των Ρομανώφ και μαζί της το απολυταρχικό καθεστώς της Ρωσίας.
Σοβιέτ και προσωρινή κυβέρνηση
Ενώ η εξέγερση βρισκόταν ακόμα σε εξέλιξη, οι εργάτες της Πετρούπολης, αξιοποιώντας της εμπειρία της επανάστασης του 1905, προχώρησαν στην εκλογή, κατά παραγωγική μονάδα, συμβούλια (σοβιέτ) εργατών. Το απόγευμα της 27ης Φεβρουαρίου, όταν πλέον φάνηκε ότι η παλιά εξουσία κατέρρεε, με πρωτοβουλία των εσέρων και των μενσεβίκων συνήλθαν σε συνεδρίαση , το παλάτι της Ταυρίδας (έδρα της Δούμας), οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι στα Σοβιέτ. Η δημιουργία του «σοβιέτ των εργατών της Πετρούπολης» συνοδεύτηκε από την εκλογή εκτελεστικής επιτροπής, με πρόεδρο το βουλευτή της Δούμα μενσεβίκο Ν.Σ.Τσχέϊτζε και αντιπρόεδρο τον επίσης βουλευτή Κερένσκι. Σύντομα το σοβιέτ περιέλαβε εκλεγμένους αντιπροσώπους των στρατιωτικών μονάδων και μετατράπηκε σε «σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών της Πετρούπολης».
Το παράδειγμα της πρωτεύουσας ακολούθησαν οι άλλες περιοχές της Ρωσίας. Κατά το πρώτο δεκαήμερο το Μαρτίου οργανώθηκαν σοβιέτ σε130 πόλεις. Η πλειονότητα τους αρχικά ανήκε στους μενσεβίκους και εσέρους. Από τα 39 μέλη που είχε στις 3 Μαρτίου η εκτελεστική επιτροπή του σοβιέτ της Πετρούπολης, μόνο 6 ήταν μπολσεβίκοι.
Το κόμμα των μενσεβίκων, ακολουθώντας την κλασική μαρξιστική ανάλυση, θεωρούσε ότι η νίκη της αστικοδημοκρατικής επανάστασης στη Ρωσία έπρεπε να φέρει στην εξουσία την αστική τάξη, με στόχο τη μετατροπή της χώρας σε φιλελεύθερη αστική δημοκρατία. Η ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας θα μετέτρεπε μακροπρόθεσμα το προλεταριάτο σε δύναμη ικανή να καταλάβει και να ασκήσει την κρατική εξουσία. Αντίστοιχα η κυρίαρχη τάση στο κόμμα των εσέρων εκτιμούσε την παγίωση του αστικοδημοκρατικού καθεστώτος ως τελικό σκοπό της επανάστασης. Οι μπολσεβίκοι στον άλλο πόλο, στηριγμένοι στις αναλύσεις του Λένιν για την ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία και για τον ιμπεριαλισμό, θεωρούσαν ότι το αστικοδημοκρατικό στάδιο της επανάστασης, έχοντας κινητήρια δύναμη την εργατική τάξη και τους αγρότες, μπορούσε να φέρει στην εξουσία το μπλοκ των δύο αυτών κοινωνικών δυνάμεων με τη μορφή επαναστατικής κυβέρνησης εργατών και αγροτών.
Οι στρατηγικές αντιλήψεις των κομμάτων καθόρισαν και τη στάση τους στο ζήτημα του ρόλου των σοβιέτ στην νέα Ρωσία. Οι μενσεβίκοι και οι εσέροι θεωρούσαν το θεσμό των σοβιέτ μια μαζική οργάνωση των εργαζομένων επιφορτισμένη με το καθήκον της πολιτικής τους διαπαιδαγώγησης και της εξασφάλισης της επιρροής τους στην αστική κυβέρνηση. Οι μπολσεβίκοι, αντιθέτως, από τις πρώτες κιόλας συνεδριάσεις πρότειναν να ανακηρυχθεί το σοβιέτ Πετρούπολης επαναστατική εξουσία και να δημιουργηθεί κυβέρνηση μόνο από τα κόμματα που συμμετείχαν σ΄ αυτό. Η πλειονότητα της εκτελεστικής επιτροπής των σοβιέτ Πετρούπολης απέρριψε τις προτάσεις των μπολσεβίκων ως τυχοδιωκτικές και ταυτόχρονα άρχισε διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των αστικών κομμάτων για τη δημιουργία αμιγούς αστικής κυβέρνησης.
Την ίδια μέρα που συνήλθε το σοβιέτ Πετρούπολης και στον ίδιο χώρο, το παλάτι της Ταυρίδας (αλλά σε διαφορετική αίθουσα), έγινε συνάντηση μελών της Δούμας όπου αποφασίστηκε η δημιουργία Προσωρινής Επιτροπής της Κρατικής Δούμας, με στόχο τον έλεγχο της κατάστασης στην πρωτεύουσα. Στην επιτροπή συμμετείχαν κατ΄ αποκλειστικότητα στελέχη αστικών κομμάτων.
Το σοβιέτ Πετρούπολης, στη συνεδρίαση της 1ης Μαρτίου, αποφάσισε ότι η σύσταση της νέας κυβέρνησης ήταν αρμοδιότητα της Προσωρινής Επιτροπής.. Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην εκτελεστική επιτροπή του σοβιέτ Πετρούπολης και στα μέλη την Προσωρινής Επιτροπής κατέληξαν στις 2 Μαρτίου σε συμφωνία δημιουργίας Προσωρινής Κυβέρνησης από εκπροσώπους των αστικών κομμάτων. Την πλειοψηφία στο υπουργικό συμβούλιο είχε το κόμμα των καντέτ, ο ηγέτης του οποίου, Π.Ν.Μιλιούκοφ διορίστηκε υπουργός Εξωτερικών. Πρωθυπουργός ανέλαβε ο φιλελεύθερος γαιοκτήμονας δούκας Γ.Ε.Λβοφ. Υπογράφτηκε συμφωνία, η οποία δέσμευε την Προσωρινή Κυβέρνηση να υλοποιήσει δέσμη μέτρων που κατοχύρωναν τις αστικές ελευθερίες και τα δικαιώματα.
Σημαντικότερα εξ αυτών ήταν η άμεση και πλήρης αμνηστία για όλους τους πολιτικούς κρατούμενους, η ελευθερία λόγου, συνεταιρίζεσθαι και απεργίας, η κατάργηση όλων των κοινωνικών, θρησκευτικών και εθνικών περιορισμών, η αντικατάσταση της αστυνομίας από λαϊκή πολιτοφυλακή με εκλεγμένη διοίκηση, η επέκταση των πολιτικών ελευθεριών στους στρατιώτες. Η Προσωρινή Κυβέρνηση δεσμεύτηκε να προκηρύξει άμεσα ελεύθερες εκλογές για τη σύγκληση συντακτικής συνέλευσης, η οποία θα αποφάσιζε για τη μορφή του πολιτεύματος και θα συνέτασσε Σύνταγμα. Σημαντική , για την κατοπινή εξέλιξη των γεγονότων, υπήρξε η δέσμευση για το μη αφοπλισμό και τη μη απομάκρυνση από την Πετρούπολη των στρατιωτικών τμημάτων που έλαβαν μέρος στην επανάσταση. Οι μπολσεβίκοι επέκριναν τη συμφωνία διότι , εκτός των άλλων , δεν περιελάμβανε δεσμεύσεις για την άμεση διακοπή του πολέμου, τη διανομή της γης στους αγρότες και την κατοχύρωση της οχτάωρης εργασίας των εργατών.
Η εκτελεστική επιτροπή του σοβιέτ Πετρούπολης, με δημόσια διακήρυξη στις 3 Μαρτίου, χαιρέτισε τη δημιουργία της Προσωρινής Κυβέρνησης και τις δεσμεύσεις που αυτή ανέλαβε. Όμως, ήταν υποχρεωμένη, παρά την εθελοντική παράδοση της εξουσίας στα αστικά κόμματα, να λαμβάνει υπόψη τις διαθέσεις των εργατών και στρατιωτών που την ανέδειξαν. Η μοναδική πραγματική δύναμη εξουσίας, οι εξεγερμένοι στρατιώτες και οι ένοπλοι εργάτες, ήταν καχύποπτοι απέναντι στην Προσωρινή Κυβέρνηση και υποτάσσονταν μόνο στις εντολές των σοβιέτ στην Πετρούπολη. Ο έλεγχος του στρατού εκ μέρους των επαναστατών θεσμοθετήθηκε, παρά τις επιφυλάξεις της εκτελεστικής επιτροπής, με το διάταγμα υπ΄ αριθμόν 1 «για τη φρουρά της Πετρούπολης», με βάση το οποίο οι διαταγές της ηγεσίας του στρατεύματος υλοποιούνταν μόνο σε περίπτωση που δεν έρχονταν σε αντίθεση με τις αποφάσεις του σοβιέτ Πετρούπολης, ενώ στις πολιτικές τους δραστηριότητες οι στρατιώτες υπάκουαν μόνο στους εκλεγμένους εκπροσώπους τους και στο σοβιέτ. Με το ίδιο διάταγμα, ο έλεγχος του οπλισμού αφαιρούνταν από τους αξιωματικούς και επιφορτιζόταν στις εκλεγμένες επιτροπές στρατιωτών.
Στη χώρα δημιουργήθηκε μια ιδιότυπη πολιτική κατάσταση, μια δυαδική εξουσία. Η Προσωρινή Κυβέρνηση ήταν εξουσία χωρίς ισχύ και το σοβιέτ Πετρούπολης ισχύς χωρίς εξουσία. Σύμφωνα με τον υπουργό Στρατιωτικών Α.Ι. Γκουτσκόφ, «οι διαταγές της Προσωρινής Κυβέρνησης εκτελούνται μόνο στο βαθμό που της το επιτρέπει το σοβιέτ, το οποίο ελέγχει τα βασικότερα στοιχεία πραγματικής εξουσίας, όπως ο στρατός, ο σιδηρόδρομος τα ταχυδρομεία…
Η κυβέρνηση υπάρχει όσο της το επιτρέπει το σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών». Στην υπόλοιπη χώρα, τα τοπικά σοβιέτ συντόνισαν τη δράση τους με το σοβιέτ Πετρούπολης, αποδεχόμενα της καθοδήγηση και τις αποφάσεις του.
Η λαϊκή επανάσταση του Φεβρουαρίου μετέτρεψε τη Ρωσία στην πιο ελεύθερη από τις εμπόλεμες χώρες. Η νομιμοποίηση όλων των πολιτικών κομμάτων, οι δυνατότητες ελεύθερης συνδικαλιστικής και πολιτικής δράσης, η ελευθερία έκφρασης σε συνθήκες επαναστατικού αναβρασμού ήταν στοιχεία που δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για ταχεία αλλαγή των συσχετισμών μέσα στα σοβιέτ.
Το κόμμα των μπολσεβίκων βγήκε από την παρανομία με μόλις 24.000 μέλη. Επιδόθηκε εσπευσμένα στη δημιουργία οργανώσεων , κυρίως στα μεγάλα εργοστάσια και στο στρατό, μαζικοποιήθηκε (μέσα στους επόμενους μήνες, τα μέλη έφθασαν στον αριθμό των 340.000), άρχισε να εκδίδει εφημερίδες και άλλα έντυπα. Σε χώρους όπου η επιρροή των μπολσεβίκων ήταν αυξημένη, οι εργάτες ίδρυαν εργοστασιακές επιτροπές, επέβαλλαν το 8ωρο, οργάνωναν εργατική πολιτοφυλακή. Η πρωτόγνωρη πολιτική κατάσταση που καταγραφόταν, αλλά και οι εκκλήσεις των μενσεβίκων και των εσέρων για στήριξη της Προσωρινής Κυβέρνησης στο όνομα της άμυνας της επανάστασης έναντι των δυνάμεων της αντίδρασης που καιροφυλακτούσαν, έσπερναν αμφιβολίες σε μερίδα της ηγεσίας των μπολσεβίκων για την ακολουθούμενη τακτική.
Αυτές ήταν οι συνθήκες, όταν στις 3 Απριλίου 1917, κατέφτασε από το εξωτερικό στην Πετρούπολη ο μέχρι τότε φυγόδικος Λένιν και διατύπωσε την τακτική συνέχιση της επανάστασης. Το κοινωνικό κλίμα, η πολιτική κατάσταση και οι συσχετισμοί δυνάμεων στη Ρωσία, την επαύριο της επανάστασης του Φεβρουαρίου, αποτέλεσαν την αφετηρία για τα γεγονότα του Οκτωβρίου 1917.
Βιβλιογραφία
Ιστορία του Κομμουνιστικού κόμματος της Σοβιετικής ΄Ενωσης, συλλογικό έργο, 8 τόμοι, εκδόσεις Politiceskaja Literatura Μόσχα 1964-1980 (στα ρωσσικά)
Ζαν Ελενστέιν, Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης,2 τόμοι, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1977
V.P.Haritonov , «Η επανάσταση του Φεβρουαρίου στη Ρωσία(μια προσπάθεια πολύπλευρης προσέγγισης)» Voprosi Isrtorii, τα 11-12, εκδόσεις Nauka, Μόσχα 1993 (στα ρωσσικά)
Α.Κ.Sokolov, Διαλέξεις για σοβιετική ιστορία 1917-1914, εκδόσεις Mosgorarhiv, Μόσχα 1995 (στα ρωσσικά)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου