Παρασκευή 5 Μαΐου 2017

Μπόμπι Σαντς. Ο θρυλικός απεργός πείνας που πέθανε στη φυλακή για να χαρακτηριστεί πολιτικός κρατούμενος.



05/05/2017

Επιμέλεια Αργυρώ Κραββαρίτη                                           http://vathikokkino.gr

Μπόμπι Σαντς. Ο θρυλικός απεργός πείνας που πέθανε στη φυλακή για να χαρακτηριστεί πολιτικός κρατούμενος. Συνολικά πέθαναν 10 απεργοί πείνας του IRA, αφού η Θάτσερ δεν υποχωρούσε…
Την 1η Μαρτίου του 1981, ο 27χρονος Βορειοϊρλανδός Μπόμπι Σαντς ξεκίνησε απεργία πείνας. Μετά από 66 μέρες άφησε την τελευταία του πνοή, ενώ χιλιάδες κόσμου παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα την πορεία του.
Αίτημά του να αναγνωριστεί ο ίδιος και όσοι κρατούμενοι προέρχονταν απ’ τον ΙΡΑ, ως πολιτικοί κρατούμενοι και όχι ως εγκληματίες του ποινικού δικαίου.
Όταν ξεκίνησε την απεργία πείνας ήταν ακόμα ένας φυλακισμένο μέλος του ΙΡΑ, αλλά όταν πέθανε είχε γίνει βουλευτής και θρύλος. Στην κηδεία του παρευρέθηκαν χιλιάδες πολίτες, ενώ κυβερνήσεις από όλο τον κόσμο έστειλαν γράμματα διαμαρτυρίας στη Βρετανίδα πρωθυπουργό, Μάργκαρετ Θάτσερ, για τον θάνατό του.
Χρειάστηκε να περάσουν μήνες και να χάσουν τη ζωή τους άλλοι εννιά απεργοί πείνας για να παραχωρηθούν σταδιακά τα δικαιώματα που διεκδικούσαν οι κρατούμενοι. Χωρίς ωστόσο να τους δοθεί ποτέ το στάτους των πολιτικών κρατούμενων.
“Δεν υφίσταται πολιτική δολοφονία, πολιτικός βομβαρδισμός ή πολιτική βία. Υπάρχει μόνο εγκληματική δολοφονία, εγκληματικός βομβαρδισμός και εγκληματική βία,” επέμενε η Θάτσερ και αρνούνταν κατηγορηματικά κάθε συζήτηση.

Όταν πέθανε, είχε γίνει σύμβολο πολιτικών αγώνων για χιλιάδες ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Μέχρι την έναρξη της απεργίας πείνας όμως, κανείς δεν περίμενε ότι ο Μπόμπι Σαντς θα γινόταν ένας θρυλικός αγωνιστής.
Πρώην συμπαίχτες του στην ομάδα “Αστέρι της Θάλασσας” όπου έπαιζε όταν ήταν έφηβος, σχολίασαν ότι ο νεαρός Σαντς δεν είχε τη συμπεριφορά ενός μελλοντικού ήρωα. Ήταν μέτριος ποδοσφαιριστής, αλλά καλός δρομέας. Όποτε βρισκόταν στο γήπεδο κατέληγε να κάνει πιο πολλά φάουλ απ’ ότι πάσες.
Ένας απ’ τους συμπαίχτες του, ο Ντένις Σουίνι, καθολικός και μετέπειτα γιατρός, θυμόταν ότι ο Σαντς στην εφηβεία ήταν ένα βίαιο αγόρι, που πάντα ακολουθούσε τους δυνατότερους χαρακτήρες και ποτέ δεν ξεχώρισε για τις ικανότητές του. Ως έφηβοι δεν συμπαθούσαν ο ένας τον άλλον, αλλά όταν συναντήθηκαν τυχαία το 1976, αφού ο Σαντς είχε αποφυλακιστεί για πρώτη φορά, ο Σουίνι τον βρήκε αλλαγμένο. “Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Μου φάνηκε πολύ πιο ειλικρινής και ώριμος. Μπορούσα να πιστέψω ότι αυτός ο άνθρωπος θα ολοκλήρωνε ό, τι ξεκινούσε”.
Ντένις Σουίνι, ο πρώην συμπαίχτης του Σαντς σε ποδοσφαιρική ομάδα που συμμετείχαν ως έφηβοι


Σε όλη την παιδική του ηλικία, η καθολική οικογένεια του Σαντς αντιμετώπιζε προβλήματα με τους προτεστάντες. Εκτός από μία σύντομη περίοδο που έζησαν στο Ράθκουλ, μια περιοχή της Βόρειας Ιρλανδίας όπου επικρατούσε σχετική ειρήνη μεταξύ καθολικών και προτεσταντών, οι Σαντς κυνηγήθηκαν από τους γείτονές τους και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους.
Σε ηλικία 15 ετών, ο Σαντς παράτησε το σχολείο και έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε εξαρτήματα λεωφορείων. Ήταν αφοσιωμένος στη δουλειά του, αλλά οι συνάδελφοί του δεν ήταν διατεθειμένοι να δουλέψουν στο πλευρό ενός καθολικού. Ύστερα από δεκάδες απειλές, ο Σαντς αναγκάστηκε να αφήσει τη δουλειά του. Προτεστάντες επιτέθηκαν και στο σπίτι όπου έμεναν οι γονείς του και τους έδιωξαν. Το 1972, ο ενήλικος πια Σαντς, στρατολογήθηκε στον ΙΡΑ, εξοργισμένος με την κατάσταση που επικρατούσε. Συνελήφθη σχεδόν αμέσως και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκισης για κατοχή όπλου. Αποφυλακίστηκε το 1976 και μέσα σε λίγους μήνες βρέθηκε πάλι φυλακισμένος, αυτή τη φορά με ποινή 14 ετών.
Ο Μπόμπι Σαντς δεν θα έβγαινε ποτέ ζωντανός απ’ τη φυλακή.
Μάργκαρετ Θάτσερ

Η πρώτη απεργία πείνας Μέχρι το 1976, όσοι κρατούμενοι είχαν καταδικαστεί για τη δράση τους σε οργανώσεις όπως ο ΙΡΑ, αντιμετωπίζονταν ως πολιτικοί κρατούμενοι και είχαν δικαιώματα που δεν ίσχυαν για τους κοινούς εγκληματίες. Μπορούσαν να φορούν δικά τους ρούχα και όχι τις στολές της φυλακής, να συνεβρίσκονται ελεύθερα με τους συκρατούμενούς τους και να μην συμμετέχουν στις αναγκαστικές εργασίες της φυλακής.
Όμως, το 1976 η βρετανική κυβέρνηση αφαίρεσε το στάτους του πολιτικού κρατούμενου με σκοπό να ποινικοποιήσει τη δράση του ΙΡΑ.
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1976, ο κρατούμενος Κιέραν Νιούτζεντ αρνήθηκε να φορέσει τη στολή της φυλακής. Επέλεξε να καλύψει το γυμνό του σώμα μόνο με μία κουβέρτα και σύντομα ακολούθησαν όλοι οι συγκρατούμενοί του, για να διαμαρτυρηθούν για τις συνθήκες κράτησης.
Το 1978 οι κρατούμενοι αποφάσισαν να εντείνουν τη διαμαρτυρία τους και αρνούνταν να πλυθούν. Άπλωναν τα περιττώματά τους στους τοίχους των κελιών τους και πλημμύριζαν τους διαδρόμους της φυλακής με τα ούρα τους. Σε τακτά χρονικά διαστήματα, οι φύλακες τους έβγαζαν απ’ τα κελιά, τους ξυλοκοπούσαν και τους έπλεναν οι ίδιοι.
Κιέραν Νιούτζεντ, ο πρώτος απεργός που αρνήθηκε να φορέσει τη στολή της φυλακής.
.
Το 1980 η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο και οι κρατούμενοι αποφάσισαν να προβούν σε απεργία πείνας. Σε αυτή την πρώτη απεργία δεν συμμετείχε ο Σαντς, αλλά σημαντικά μέλη του ΙΡΑ, όπως ο Μπρένταν Χιουζ, ο Τόμι Μακίρνι, ο Σον Μακένα και άλλοι.
Πέρασαν 53 μέρες και ο Σον Μακένα βρισκόταν στο χείλος του θανάτου, όταν η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα συνθηκολογούσε με τους κρατούμενους. Η απεργία έληξε χωρίς να πεθάνει κανείς, αλλά πολύ γρήγορα αποκαλύφθηκε ότι το κείμενο που είχαν συντάξει οι Βρετανοί ήταν γεμάτο γενικολογίες και αόριστες υποσχέσεις, που ουσιαστικά δεν άλλαζαν τίποτα.
Η δεύτερη απεργία πείνας
Την 1η Μαρτίου του 1981, ο Μπόμπι Σαντς ξεκίνησε η δεύτερη απεργία πείνας. Ήταν αποφασισμένος να πεθάνει, γιατί ήξερε ότι χωρίς τον θάνατο κάποιου, η κυβέρνηση της Θάτσερ δεν θα ενεργοποιούνταν. Ακολούθησαν κι άλλοι κρατούμενοι το παράδειγμά του, αλλά ο Σαντς επέμενε να έχει προβάδισμα μερικών εβδομάδων, έτσι ώστε αν η Θάτσερ ενέδιδε στα αιτήματα, να υπήρχε χρόνος να σωθούν οι υπόλοιποι. Πέντε μέρες μετά την έναρξη της απεργίας, πέθανε ο ανεξάρτητος βουλευτής Φρανκ Μαγκουάιρ, αφήνοντας κενή μια θέση στο κοινοβούλιο.
Χιλιάδες κόσμος παραβρέθηκε στην κηδεία του Μπόμπι Σαντς

Ο ΙΡΑ εκμεταλλεύτηκε την προβολή που είχε λάβει ο Σαντς και τον έπεισαν να θέσει υποψηφιότητα στις εκλογές. Τον Απρίλιο του 1981, ο 27χρονος Μπόμπι Σαντς έγινε ο νεότερος βουλευτής στη Βρετανία, συγκεντρώνοντας το 52% των ψήφων. Ο ηρωισμός του απεργού πείνας κατάφερε να κερδίσει τη συμπάθεια του κόσμου, ακόμα και αυτών που δεν υποστήριζαν την πολιτική του ιδεολογία. Δυστυχώς η θητεία του ήταν βραχύβια.
Ο Σαντς πέθανε στις 5 Μαΐου του 1981, μόλις 26 μέρες μετά τις εκλογές. Εκατό χιλιάδες άνθρωποι παραβρέθηκαν στην κηδεία του, η οποία εξελίχθηκε σε πορεία διαμαρτυρίας. Η Θάτσερ έλαβε δεκάδες μηνύματα διαμαρτυρίας από κυβερνήσεις όλου του κόσμου. Ακόμα και η βασίλισσα της Βρετανίας, Ελισάβετ, δέχθηκε τα “πυρά” των δυσαρεστημένων. Σε επίσημη επίσκεψή της στη Νορβηγία, ένας άντρας της πέταξε μια ντομάτα, η οποία όμως αστόχησε. Παρά την παγκόσμια κατακραυγή, η κυβέρνηση της Θάτσερ δεν φάνηκε να λυγίζει. Η βρετανίδα πρωθυπουργός ζούσε πολιτικά από αυτές τις κόντρες και δεν υποχωρούσε ποτέ.
Ο θάνατος 9 απεργών πείνας και η παρ’ ολιγόν συμφωνία
Έως τις 21 Μαΐου πέθαναν άλλοι τρεις απεργοί πείνας. Η Θάτσερ δεν άλλαξε τη στάση της.
Στις 8 Ιουλίου πέθανε ο πέμπτος απεργός πείνας, ο Τζο Μακντόνελ. Πρόσφατα κυκλοφόρησαν φήμες ότι ο ΙΡΑ θα μπορούσε να είχε σώσει τη ζωή των υπόλοιπων απεργών πείνας, αλλά απέρριψε ένα συμβιβασμό που πρότεινε η βρετανική κυβέρνηση. Ακόμα δεν έχει ξεκαθαρίσει η υπόθεση και δεν είναι γνωστό πόσο επιεικής ήταν η πρόταση, αν απορρίφθηκε από τον ΙΡΑ ή από τους ίδιους τους κρατούμενους. Στα τέλη του Ιουλίου όμως, μετά τον θάνατο άλλων δύο κρατουμένων, οι οικογένειες των απεργών πείνας, σε συνεργασία με καθολικούς ιερείς που τους επέβλεπαν, αποφάσισαν να επέμβουν. Με εντολή των συγγενών τους, όποιος κρατούμενος έπεφτε σε κώμα, θα διέκοπτε αυτόματα την απεργία πείνας.
Μέσα στον Αύγουστο πέθαναν οι τελευταίοι τέσσερις απεργοί πείνας, οι οικογένειες των οποίων αρνήθηκαν να διακόψουν τη διαμαρτυρία τους.
Οι 10 απεργοί πείνας που πέθαναν στη φυλακή το 1981.

Η απεργία έληξε στις 3 Οκτωβρίου του 1981, όταν έγινε εμφανές ότι καμία οικογένεια δεν θα άφηνε το παιδί της να πεθάνει από την πείνα. Σταδιακά, η κυβέρνηση της Θάτσερ ικανοποίησε κάποια αιτήματά τους, χωρίς όμως να αναγνωρίσει ότι ήταν πολιτικοί κρατούμενοι. Το 2008 κυκλοφόρησε η ταινία “Hunger” του σκηνοθέτη Στιβ Μακουίν η οποία βασίστηκε στην απεργία πείνας του Μπόμπι Σαντς, τον οποίον υποδύθηκε ο Μάικλ Φασμπέντερ.
Πηγή: Της Αθηνάς Τζίμα -tvxs


ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΌΓΙΟ ΤΟΥ BOBBY SAND

απόσπασμα από την εισαγωγή του Ντάνι Μόρισον
Τις πρώτες μέρες της απεργίας του, στο Μπλοκ Η, που τελικά τον οδήγησε στο θάνατο, ο Μπόμπυ Σαντς κρατούσε ένα μυστικό ημερολόγιο στο οποίο έγραφε τις σκέψεις και τις απόψεις του, κυρίως στα αγγλικά και πότε πότε στα γκαηλικά (σημείωση των μεταφραστών: στην ιρλανδική γλώσσα).
Δεν  φοβόταν  το θάνατο και είχε ξεκαθαρίσει στο νου του πως η απεργία πείνας γινόταν για κάτι πιο μεγάλο από την ικανοποίηση των πέντε αιτημάτων των κρατουμένων και πως θα είχε μεγάλες επιπτώσεις για τη βρετανική κυριαρχία στην Ιρλανδία. (Κι αυτό πολύ πριν από τη σαρωτική νίκη του στις βουλευτικές εκλογές της Φερμάνα και της νότιας Τυρόν στις 9 του Απρίλη 1981).
Πίστευε ότι η θυσία των απεργών πείνας, σε περίπτωση που δεν θα ικανοποιούνταν τα πέντε αιτήματα, θα προκαλούσε στον ιρλανδικό λαό την ίδια αντίδραση που είχε προκαλέσει το ματοκύλισμα της Πασχαλινής Εξέγερσης του 1916, δηλαδή το ξεσήκωμα του εθνικού φρονήματος που θα απέβαινε μοιραίο για τη βρετανική κυριαρχία στην Ιρλανδία.
Τον Μπόμπυ Σαντς ακολούθησαν στην απεργία πείνας ο Φράνσις Χιουζ στις 15 του Μάρτη 1981 και οι Ρέιμον Μακρίς και Πάτσι Ο’ Χάρα στις 22 του ίδιου μήνα. Και οι τέσσερις πεθαίνουν τον Μάη, σε διάστημα 16 ημερών. Όταν κάποιος αγωνιστής πέθαινε, αμέσως κάποιος άλλος εθελοντής από τους Blanket men, τον αντικαθιστούσε.
Το ημερολόγιο γράφτηκε πάνω σε χαρτί αποχωρητηρίου με το εσωτερικό ανταλλακτικό ενός στυλό που ο Μπόμπι Σαντς έκρυβε στο ίδιο του το κορμί, όπως κι άλλα απαγορευμένα είδη (τσιγάρα, σπίρτα, πένες), γιατί τα κελιά των «ανθρώπων της κουβέρτας» ήταν γυμνά, χωρίς έπιπλα, χωρίς κανένα χώρο όπου να μπορεί κάποιος να κρύψει οτιδήποτε στις συχνές έρευνες που γίνονταν στα κελιά.
Τις πρώτες 17 μέρες της απεργίας πείνας ο Μπόμπι έχασε 16 λίβρες  βάρος. Τη Δευτέρα 23 Μάρτη μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο των φυλακών όπου πέθανε έξι εβδομάδες αργότερα, την Τρίτη, 5 Μάη 1981.  /…/



Κυριακή, 1 Μάρτη 1981
Στέκω στο κατώφλι ενός άλλου τρεμάμενου κόσμου. Ο Θεός ας ελεήσει την ψυχή μου.
Η καρδιά μου πονάει γιατί, το ξέρω, πλήγωσα τη φτωχή μου μάνα και μέσα στο σπιτικό μας πλανιέται μια αβάσταχτη αγωνία. Αλλά τα σκέφτηκα όλα, κι απ’ όλες τις μεριές, και δοκίμασα τα πάντα  για ν’ αποφύγω το αναπόφευκτο που επέβαλαν, στους συντρόφους μου και σε μένα, 4,5 χρόνια απέραντης απανθρωπιάς.
Είμαι πολιτικός κρατούμενος. Είμαι πολιτικός κρατούμενος γιατί είμαι αιχμάλωτος ενός μακρόχρονου πολέμου ανάμεσα στον καταπιεσμένο Ιρλανδικό λαό και σ’ ένα εχθρικό, καταπιεστικό κι ανεπιθύμητο καθεστώς που αρνιέται να αποσυρθεί από την πατρίδα μας και τα χώματά μας.
Πιστεύω στο ιερό δικαίωμα και αγωνίζομαι για το ιερό δικαίωμα του ιρλανδικού έθνους να ζήσει ελεύθερο και ανεξάρτητο, για το δικαίωμα κάθε Ιρλανδού και Ιρλανδής να το διεκδικήσουν με ένοπλο αγώνα. Γι΄ αυτό με φυλάκισαν, με βασάνισαν και βρίσκομαι τώρα στο κελί μου γυμνός.
Στο βασανισμένο μου μυαλό κυριαρχεί η σκέψη πως στην Ιρλανδία δεν θα υπάρξει ειρήνη μέχρι να πάρουν πόδι από εδώ οι ξένοι, Βρετανοί τύραννοι, αφήνοντας τον ιρλανδικό λαό ως ενιαίο σύνολο, να ελέγχει τις δικές του υποθέσεις, να καθορίζει ελεύθερος τα πεπρωμένα του, ελεύθερος στο νου και στο σώμα, ξέχωρος και ανεξάρτητος στις ιδιαιτερότητές του, τις φυσικές, πολιτιστικές και οικονομικές.
Πιστεύω πως είμαι ένας ακόμη βασανισμένος Ιρλανδός, γέννημα μιας εξεγερμένης γενιάς με βαθιά ριζωμένο, ακατανίκητο πόθο για λευτεριά. Βαδίζω στο θάνατο, όχι μόνο για να δοθεί ένα τέλος στη βαρβαρότητα των Η-Μπλοκ ή για να κερδίσουμε την αναγνώρισή μας ως πολιτικοί κρατούμενοι. Τραβάω αυτό το δρόμο κυρίως επειδή ό,τι χάνεται εδώ μέσα, ταυτόχρονα χάνεται και για τη Δημοκρατία. Τον περπατώ γι’ αυτούς τους βασανισμένους και καταπιεσμένους, όντας βαθιά περήφανος που τους γνωρίζω ως τον «ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟ ΛΑΟ».
Σήμερα δεν υπήρχε ο ενθουσιασμός και το «καινούργιο» που είχε φέρει η 27 του Οκτώβρη (στμ: η μέρα που ξεκίνησε η πρώτη απεργία πείνας). Οι γνωστοί μπάτσοι δεν είχαν βάρδια σήμερα. Χωρίς αμφιβολία, νωρίς νωρίς αύριο οι γνωστοί γλείφτες και οι εκκολαπτόμενοι τύραννοι θα κάνουν την επανεμφάνισή τους το ίδιο πρόθυμοι όπως πάντα.
Έγραψα μερικές σημειώσεις για τα κορίτσια της Αρμά, σήμερα. Θέλω τόσα πολλά να πω γι΄ αυτές, για το θάρρος, την αποφασιστικότητα και την αδάμαστη θέλησή τους για αντίσταση. Για μένα μετρούν το ίδιο όπως οι άλλες Ιρλανδές ηρωίδες, η Κόμισσα Μαρκιέβιτς, η Ανν Ντέβλιν, η Μαίρη Ανν Κράκεν, η Μαρί Μακ Σουίνι, η Μπέτσι Γκρέι κι όλες οι άλλες που τόσο αγαπάμε.  Κι είναι και άλλες, η Ανν Πάρκερς, η Λώρα Κρόουφορντ, η Ρόσμαρι Μπλέικλι, και πραγματικά ντρέπομαι που δεν μπορώ να τις θυμηθώ όλες.
Υπήρχε μια σοβαρότητα στη Θεία Λειτουργία σήμερα και τα παιδιά αλύγιστα, όπως πάντα.   Έφαγα το συνηθισμένο εβδομαδιαίο κομματάκι φρούτου χτες βράδυ. Και η διαολεμένη μοίρα το έφερε να είναι πορτοκάλι (σημ:  Orange State: Πορτοκαλί Κράτος, το κράτος των προτεσταντών) και, τραγική ειρωνεία, ήταν πικρό. Το φαί το άφησαν κοντά στην πόρτα και φυσικά, όπως το περίμενα, η μερίδα μου είναι πολύ πιο μεγάλη από το συνηθισμένο. Τουλάχιστον απ’ αυτή του συγκρατούμενού μου Μάλαχι.
Δευτέρα, 2 Μάρτη 1981
Προς μεγάλη δυσαρέσκεια των μπάτσων, τερματίσαμε σήμερα το πρωί την απεργία πλυσίματος. Μας μετακίνησαν στην πτέρυγα Β, που κατά τους ισχυρισμούς τους ήταν καθαρή.
Δείξαμε πολλή ανεκτικότητα σήμερα. Μας έκαναν έρευνα καθώς γυρίζαμε από τα αποχωρητήρια. Μερικοί από τους συντρόφους περίμεναν τρεις ώρες για να πάνε στην τουαλέτα, και μόνο 4-5 κατάφεραν να πλυθούν, πράγμα που δείχνει την …τόση προθυμία των μπάτσων να μας κάνουν να σταματήσουμε την απεργία πλυσίματος. Μας αντιμετωπίζουν με κάμποση δόση ποταπής εκδικητικότητας.
Είδα το γιατρό. Είμαι 64 κιλά και δεν έχω προβλήματα. Ο ιερέας, ο πάτερ Τζον Μάρφι, ήταν μέσα απόψε και μιλήσαμε λίγο. Άκουσα πως η μητέρα μου μίλησε χτες σε μια διαδήλωση στο Μπέλφαστ και πως η Μαρκέλλα έκλαιγε. Αυτό μου τόνωσε το ηθικό. Δεν ανησυχώ καθόλου για τον μικρό αριθμό των διαδηλωτών που πήραν μέρος στην πορεία.
Ενοχλήθηκα πολύ χτες βράδυ όταν άκουσα τη δήλωση του επίσκοπου Ντέλι (σημείωση των εκδοτών: είχε δημοσιευτεί την Κυριακή και καταδίκαζε την απεργία πείνας).
Πάλι χρησιμοποιεί τα «δύο μέτρα και δύο σταθμά» της ηθικής του. Φαίνεται ότι ξεχνά πως οι δολοφόνοι όλων εκείνων των αθώων Ιρλανδών της «Ματωμένης Κυριακής» στο Ντέρι, βρίσκονται ακόμη ανάμεσά μας. Κι ακόμη ξέρει, και ίσως καλύτερα από κάθε άλλον, τι συμβαίνει εδώ μέσα στα Η-Μπλοκ.
Κάπου στα τέλη του 1978 διάβασα ένα σχόλιο για τη δήλωση του τότε αρχιεπίσκοπου Ο΄Φέι. Έλεγε πως οι Ιρλανδοί πρέπει να νιώθουν αιώνια ντροπή γιατί ο αρχιεπίσκοπος αναγκάστηκε να ταρακουνήσει την ηθική συνείδηση του λαού για το θέμα των  Η-Μπλοκ. Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε, και στο μεταξύ έχουμε υποστεί πολλά.  Για την ακρίβεια, χειρότερή μας εμπειρία ήταν η χρονιά του 1979. Τώρα αναρωτιέμαι ποιος άραγε θα ταρακουνήσει την ηθική συνείδηση του καρδινάλιου (…).
Όποιος είναι σωστός και δίκαιος ας σηκωθεί πάνω κι ας φωνάξει μαρτυρώντας και για το άδικο και για το δίκαιο.
Αλλά ξέρουμε τι θα πουν όλοι αυτοί: «αυτό είναι πολιτικό και η θέση μας δεν μας επιτρέπει να μπλεκόμαστε με την πολιτική». Δεν είναι όμως αλήθεια! Οι άνθρωποι αυτοί έχουν πολιτικά «πιστεύω» και είναι φανερό πως η «πολιτική» τους είναι διαφορετική, δηλαδή απλά, αγγλική.
Ο πατέρας του καλού μου φίλου Τόμποϊ πέθανε σήμερα. Ήμουν πολύ ταραγμένος και αναστατώθηκα.
Πήρα διάφορα σημειώματα από την οικογένειά μου και από φίλους. Διάβασα μόνο το γράμμα της μητέρας μου κι ήταν ό,τι πραγματικά χρειαζόμουν. Ξαναβρήκε την αγωνιστικότητά της. Είμαι χαρούμενος τώρα. Ο παλιός μου φίλος Σιόνα Γουόλς (άλλος ένας «άνθρωπος της κουβέρτας») μου έγραψε επίσης.
Μου κατέβηκε μια ιδέα για ποίημα, ίσως αύριο προσπαθήσω να το γράψω.
Κάθε φορά που αισθάνομαι πεσμένος σκέφτομαι την Αρμά και τον Τζέιμς Κόνολι. Τις σκέψεις αυτές δεν μπορούν να μου τις πάρουν ποτέ.
Τρίτη, 3 Μάρτη 1981
Αισθάνομαι τρομερά καλά σήμερα (είναι μόλις η τρίτη μέρα, αλλά το ίδιο μου κάνει, αισθάνομαι υπέροχα). Το πρωί με επισκέφτηκαν δυο δημοσιογράφοι, ο Ντέιβιντ Μπέρσφορντ της «Γκάρντιαν» και ο Μπρένταν Ο΄Κuoïr των Irish Times. Δεν μπόρεσα να τους εξηγήσω επακριβώς τις σκέψεις μου. Θα μπορούσα να τους τα είχα πει καλύτερα.
63 κιλά σήμερα. Ε και τι έγινε.
Ο πάτερ Τόνερ ήταν μέσα σήμερα. Νιώθω πως με ζυγίζει ψυχολογικά για να το εκμεταλλευτεί αργότερα. Ελπίζω να κάνω λάθος αλλά δεν νομίζω. Γι’ αυτό απόψε προσπάθησα να του βγάλω από το μυαλό τέτοιες ιδέες. Νομίζω πως πρέπει να το κατάλαβε αλλά θα δούμε το κατά πόσο το αποδέχεται. Έκανα επίθεση ενάντια στον επίσκοπο Ντέλι και δεν μπόρεσε να τον υπερασπιστεί, ή τουλάχιστον δεν το προσπάθησε.
Έγραψα μερικές σημειώσεις για τη μάνα μου και τη Μαίρη Ο’ Ντόιλ στην Αρμά. Θα τους γράψω περισσότερα αύριο. Τα παιδιά έχουν πλυθεί όλα, όμως εγώ δεν πλύθηκα σήμερα. Προσπαθούσαν μέχρι αργά να πάρουν άντρες για το πρώτο τους πλύσιμο. Κάπνισα μερικά στριφτά τσιγάρα σήμερα, είναι από τα είδη πολυτελείας του Η-Μπλοκ. Έχουν βάλει τραπέζι σήμερα στο κελί και βάζουν τώρα το φαί πάνω σ’ αυτό, μπροστά στα μάτια μου. Αλλά μιλάω ειλικρινά, δε δίνω πεντάρα, ακόμη κι αν το βάλουν πάνω στα γόνατά μου. Συνεχίζουν να μου κάνουν ηλίθιες ερωτήσεις όπως : «Ακόμη δεν έφαγες;»
Δεν έγραψα ακόμη το ποίημά μου, ίσως αύριο. Το πρόβλημα είναι πως τώρα έχω περισσότερες ιδέες.
Πήρα σήμερα εφημερίδες κι ένα βιβλίο. Τις «Μικρές Ιστορίες» του Κίπλινγκ, με μια μάλλον μακροσκελή εισαγωγή του Σόμερσετ Μομ. Αυτόν τον τελευταίο τον αντιπάθησα αμέσως διαβάζοντας ένα σχόλιό του για τους Ιρλανδούς, της περιόδου που Κίπλινγκ ανέβαινε ως συγγραφέας. «Η αλήθεια είναι ότι οι Ιρλανδοί με τις ανοησίες τους ξεπέρασαν τα όρια». Σκασίλα μου, σκέφτηκα, κι ήταν μεγάλο κρίμα που δεν ξεπέρασαν τα όρια ακόμη περισσότερο !! Τον Κίπλινγκ τον ξέρω καλά, όπως και τη σύνδεσή του με το Όλστερ. Θα διαβάσω τις ιστορίες του αύριο.
Τα παιδιά λένε τώρα το ροζάριο  δυο φορές τη μέρα. Δεν έχω τίποτα άλλο, αυτά λοιπόν γι’ απόψε. (σημείωση των μεταφραστών: γραμμένο στα γκαηλικά)
Τετάρτη, 4 Μάρτη 1981
Ο πάτερ Μάρφι ήταν μέσα απόψε. Δεν αισθάνθηκα κι άσχημα σήμερα, αν και πρόσεξα πως αρχίζω να χάνω την ενεργητικότητά μου.
Αλλά είναι νωρίς ακόμη. Έκανα ντους σήμερα κι έκοψα τα μαλλιά μου, κάτι που μ’ έκανε να νιώσω όμορφα.  Τα παιδιά με πειράζουν: «φαίνεσαι δέκα χρόνια νεότερος», αλλά εγώ νιώθω είκοσι χρόνια μεγαλύτερος, αναπόφευκτη συνέπεια οκτώ χρόνων βασανιστηρίων και φυλακής.
Έμαθα για το νέο σχέδιο Ρήγκαν-Θάτσερ κι ένιωσα τρομερή αηδία και θυμό. Είναι φανερό πια πως σκοπεύουν ν’ αντιδράσουν στο ρωσικό επεκτατισμό με ιμπεριαλιστικό επεκτατισμό για να προστατέψουν τα ζωτικά τους συμφέροντα, όπως λένε. Τι πραγματικά θέλουν όμως; Εποφθαλμιούν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές άλλων εθνών, θέλουν να κλέβουν ό,τι δεν έχουν, και για να το κάνουν (όπως ίσως το μέλλον δυστυχώς θα αποδείξει), θα δολοφονούν τους καταπιεσμένους λαούς και θα τους αρνούνται το δικαίωμα να ζουν ως κυρίαρχα έθνη. Και δεν έχω καμιά αμφιβολία πως ο κύριος Χάουεϊ στην Ιρλανδία θα ακολουθήσει αυτή τη γραμμή μόλις η Θάτσερ το απαιτήσει.
Παρατήρησα κάτι το σπάνιο σήμερα: μαρμελάδα με το τσάι. Από τον τρόπο που οι μπάτσοι …αγριοκοίταζαν το φαί, φαίνεται πως το έχουν πολύ περισσότερο ανάγκη από μένα.
Πέμπτη, 5 Μάρτη 1981
Ήρθαν από το τμήμα ευημερίας σήμερα και με πληροφόρησαν πως ο πατέρας μου ήταν άρρωστος στο νοσοκομείο. Προσπάθησαν να με κάνουν να γονατίσω, να παρακαλέσω για να βρεθώ για λίγο με την οικογένειά μου. Στενοχωρήθηκα για την αρρώστια του πατέρα μου, αλλά ένιωσα ανακούφιση όταν έμαθα πως είχε πια βγει από το νοσοκομείο. Ό,τι και να γίνει, εγώ πρέπει να συνεχίσω.
Είχα ένα φοβερό πονόδοντο σήμερα κι ανησύχησα, αλλά πάει πια, μου πέρασε.
Διάβασα τη δήλωση του Άτκινς (σ.μετ: Συντηρητικός Βρετανός πολιτικός) στη βουλή των κοινοτήτων. Σκατά ! (Σημείωση του εκδότη : ο Άτκινς είχε δηλώσει ότι η βρετανική κυβέρνηση δεν θα υποχωρούσε ούτε ίντσα από τις επίσημα διακηρυγμένες θέσεις της). Δεν ενοχλούμαι γιατί ήμουν προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο, και μέχρι το μοιραίο τέλος θ’ ακούσω πολλά παρόμοια.
Διάβασα τις ιστορίες του Κίπλινγκ και βρήκα κάτι καλό. Το γράφω εδώ:
«Η γη λευτέρωσε τον γίγαντα νεκρό
που σαν παλίρροια ήρθε στο στρατόπεδό μας
Μας είπε τα δικά του και τραβώντας
μας άφησε τις καρδιές λαμπαδιασμένες
Κρατήστε τ’ άρματα γερά, κι εκδίκηση
θα πάρουμε για το νεκρό μας σύντροφο
σαν θα΄ρθει η ώρα των λογαριασμών
μπρος στο Θεό»
Ελπίζω όχι, είπα στον εαυτό μου. Αλλά η ελπίδα δεν ήταν καν ελπίδα, δεν ήταν παρά ένα σχήμα λόγου. Ελπίζω βέβαια, όλοι οι άνθρωποι πρέπει να ελπίζουν και ποτέ να μη λυγίζουν. Αλλά ελπίζω μόνο στην τελική νίκη του λαού μας. Υπάρχει άραγε ωραιότερη ή μεγαλύτερη ελπίδα από αυτή; Προσεύχομαι γονατιστός γλείφτη! (και μερικοί μπορεί να πουν πως το κάνω επειδή δεν έχω από πουθενά αλλού να πιαστώ). Αλλά πιστεύω στο Θεό και τολμώ να πω πως τον τελευταίο καιρό τα πάμε μια χαρά οι δυο μας.
Αγνοώ τη θέα της τροφής που καθημερινά βάζουν μπροστά στα μάτια μου. Αλλά λαχταρώ μαύρο, χωριάτικο ψωμί, βούτυρο, ολλανδικό τυρί και μέλι. Χα, χα, χα, δεν με βλάπτει η σκέψη αυτή γιατί πιστεύω πως η υλική τροφή δεν είναι αρκετή για να ζήσει ο άνθρωπος για πάντα, και με ξαλαφρώνει το γεγονός πως θα βρω υπέροχη τροφή εκεί πάνω, αν την αξίζω.
Και μετά κολλάω στην τρομαχτική ιδέα πως εκεί πέρα δεν τρώνε. Αλλά πού ξέρεις, αν εκεί έχουν κάτι καλύτερο από το μαύρο, χωριάτικο ψωμί, το τυρί, το μέλι και τα λοιπά, ε λοιπόν, δεν θα είναι κι άσχημα.
Οι άνεμοι του Μάρτη φυσάνε μανιασμένα σήμερα, θυμίζοντάς μου πως τη Δευτέρα γίνομαι 27 χρονών. Τελειώνω τώρα. Ο δρόμος μου μόλις άρχισε, κι αύριο ξημερώνει μια άλλη μέρα. Είμαι 62 κιλά, και γενικά είμαι πολύ καλά από φυσική και ψυχική κατάσταση.
Παρασκευή, 6 Μάρτη 1981
Δεν μ’ επισκέφτηκε ιερέας ούτε χτες ούτε απόψε. Ούτε μ’ άφησαν να δω τον δικηγόρο μου  –  ακόμη ένα βήμα προς την απομόνωσή μου που όσο περνά ο καιρός, τόσο πιο αδυσώπητα θα εφαρμόζουν. Πιστεύω πως θα με μετακινήσουν πιο γρήγορα απ’ ότι περίμενα σε μια άδεια πτέρυγα της φυλακής. Θα μου λείψουν τα παιδιά, αλλά ξέρω, ο δρόμος είναι δύσκολος και θα πρέπει να παλέψω για το καθετί αν θέλω να νικήσω. Ένιωσα δυο φορές σήμερα έλλειψη ενέργειας κι αισθάνομαι ελαφρά αδύναμος. Είμαι σίγουρος πως οι μπάτσοι μετρούν ή ζυγίζουν κάθε σπυρί φασόλι, κάθε κομματάκι πατάτας, της τροφής που τόσο αδιάντροπα βάζουν σε τεράστιες ποσότητες στο κελί μου. Οι φτωχοί ηλίθιοι δεν έχουν ακόμα συνειδητοποιήσει πως ο γιατρός με εξετάζει για να δει αν έχω ίχνη τροφής στο στομάχι. Ανεξάρτητα απ’ όλα αυτά, δεν σκοπεύω να δοκιμάσω τους ορεχτικούς μεζέδες τους. Προς το παρόν, κοιμάμαι καλά τις νύχτες γιατί αποφεύγω να κοιμάμαι τη μέρα, και παράξενο, έχω ευχάριστα όνειρα κι ακόμα δεν έχω πονοκεφάλους. Το χρωστάω άραγε στο πνευματικό μου σθένος ή θα το πληρώσω αύριο ή ίσως αργότερα; Αναρωτιέμαι για πόσο ακόμα θα μπορώ να γράφω αυτά τα ορνιθοσκαλίσματα.
Η φίλη μου η Τζένιφερ έφαγε είκοσι χρόνια σήμερα. Με πείραξε αφάνταστα (σημείωση του εκδότη: η Τζένιφερ Μακ Καν, 21 χρονών, από το Τούινμπρουκ του Μπέλφαστ, καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλάκιση γιατί είχε πυροβολήσει έναν βορειο-ιρλανδό αστυνομικό). Δεν έχω καμιά αμφιβολία ή αναστολές για ό,τι κάνω αυτή τη στιγμή γιατί έχω συνείδηση του τι πέρασα τα τελευταία οχτώ χρόνια, και ειδικά τα τελευταία τεσσεράμισι, κι είμαι σίγουρος πως θα το αντιμετωπίσουν κι άλλοι, αγόρια και κορίτσια που είναι ακόμα σχολιαρόπαιδα, ακόμα κι ο Τζέραρντ και ο Κέβιν (σημείωση των εκδοτών: γιος και ανιψιός, αντίστοιχα, του Μπόμπι) και χιλιάδες άλλοι.
Δεν θα μπορέσουν ποτέ να ποινικοποιήσουν τον αγώνα μας. Δεν θα μπορέσουν να ληστέψουν την πραγματική μας ταυτότητα, να μας στερήσουν την ατομικότητά μας, να μας απολιτικοποιήσουν  και να μας μεταπλάσουν σε συστηματοποιημένα, ιδρυματοποιημένα, νομοταγή, «καθώς πρέπει» ρομπότ. Δεν θα καταφέρουν ποτέ να φορέσουν στον εθνικοαπελευθερωτικό μας αγώνα την ταμπέλα του εγκληματία.
Δεν κατάφερα, ούτε και μετά από τόσα βασανιστήρια, να κατανοήσω τη βρετανική λογική. Εδώ και οχτώ αιώνες δεν μπόρεσαν να κάμψουν το ηθικό των ανθρώπων που αρνιούνται να λυγίσουν. Δεν μπόρεσαν να σπάσουν το ηθικό, να μας κατακτήσουν ή να κάμψουν την αγωνιστικότητα του λαού μου, ούτε θα το πετύχουν.
Ίσως είμαι αμαρτωλός, αλλά νιώθω ευτυχισμένος – ακόμη κι αν πεθάνω – ξέροντας πως δεν έχω να λογοδοτήσω για ό,τι έχουν κάνει αυτοί οι άνθρωποι στο ιστορικό έθνος μας.
Έρχονται στο νου μου ο Τόμας Κλαρκ, η Μακ Ξουίνι, ο Σταγκ, ο Γκάουαν, ο Τόμας Άστι, η Μακ Κάουεϊ. Θεέ μου, έχουμε τόσους πολλούς νεκρούς, που ακόμα ένας δεν σημαίνει τίποτα γι΄αυτούς τους βαλέδες, ή τουλάχιστον έτσι λένε, γιατί κάποια μέρα θα πληρώσουν για όλους αυτούς.
Όταν σκέφτομαι τον Κλαρκ, θυμάμαι την εποχή που πέρασα στην πτέρυγα Β,  στη  φυλακή της οδού Κρόουμλιν, το Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη του 1977. Τότε ακριβώς κατάλαβα τι είχα ν’ αντιμετωπίσω. Δεν θα το περιγράψω γιατί πολλοί από τους συντρόφους πέρασαν τα ίδια κι έτσι καταλαβαίνουν. Σκέφτομαι πως κάποια άτομα (ίσως κάμποσα) με θεωρούν υπεύθυνο για την απεργία πείνας αλλά δοκίμασα τα πάντα για να την αποτρέψω εκτός από το να παραδοθώ.
Πραγματικά τους λυπάμαι αυτούς τους ανθρώπους γιατί δε γνωρίζουν τους Βρετανούς. Τους οικτίρω μάλιστα ακόμα πιο πολύ γιατί δε γνωρίζουν ούτε τους ίδιους τους εαυτούς τους. Αλλά πάντα θα υπάρχει αυτό το είδος. Δεν είναι μήπως αυτοί που πρώτοι έτρεξαν να κατηγορήσουν τους Τον, Έμετ, Πίαρς, τον Κόνολι και τον Μέλοους; Πάντα θα υπάρχει αυτή η αχάριστη νοοτροπία…
Ακούω τα θαλασσοπούλια να πετούν πάνω από τη στέγη. Πόσο μοναχικό κελί και πόσο μοναχικός ο αγώνας. Αλλά φίλε μου, ο δρόμος αυτός είναι καλά χαραγμένος. Και όποιος κι αν ήταν που τον διάβηκε πρώτος, αξίζει την ευγνωμοσύνη του Έθνους. Εγώ, απλά τον ακολουθώ.
Σάββατο, 7 Μάρτη 1981
Καλοδεχούμενο το γράμμα που πήρα απόψε από τη Μπέρνι, την αδελφή μου. Την καλή μου Μπέρνι.την αγαπώ και τη θεωρώ σπουδαία.
Έχω πια πειστεί πως σκοπεύουν να προχωρήσουν στην αυστηρή απομόνωσή μου σύντομα, γιατί μ’ εμποδίζουν να βλέπω τον δικηγόρο μου. Ελπίζω να κάνω λάθος. Θα δούμε. Είναι που θέλω να μείνω με τα παιδιά όσο το δυνατό περισσότερο, για πολλούς λόγους. Αλλά κι αν με απομονώσουν, θα το ξεπεράσω κι αυτό.
Κάτι το ευχάριστο. Ήρθε και με είδε ο πάτερ Τόνερ και μου μίλησε για το άρθρο του Μπρένταν Ο’ Καθόιρ στους «Άιρις Τάιμς» αυτή την εβδομάδα – το είχα δει. Συζητήσαμε λίγο πάνω σε ορισμένα σημεία που κατά τη γνώμη μου ήταν διαφιλονικούμενα.
Ήταν υποκριτικά εγκάρδιος, με πολύ τακτ φυσικά, και την ίδια στιγμή έβραζε μέσα του καθώς σκεφτόταν τι έγραφαν τα «Ρεπουμπλικανικά νέα» (σ.ε: τεύχος 28ης Φεβρουαρίου 1981) που τον κατηγορούσαν για δοσίλογο μεσοαστό εθνικιστή ή κάτι τέτοιο.
Και έτσι είναι. Αλλά καταλαβαίνω αυτούς τους δυστυχισμένους ανθρώπους που βρίσκουν τους εαυτούς τους να πολεμούν μέσα στη φτώχια, την αρρώστια, τη διαφθορά, το θάνατο και την απανθρωπιά των ιεραπόστολων.   Ας τα ξεχάσω όμως αυτά προς το παρόν.
Είμαι 61 κιλά σήμερα και χάνω συνέχεια βάρος. Δεν μ’ ενοχλούν οι πόνοι της πείνας και δεν γίνομαι παρανοϊκός για ό,τι έχει σχέση με το φαί αλλά, μα το Θεό, το συσσίτιο έχει καλυτερέψει εδώ πέρα. Νομίζω πως το παρατήρησα στη διάρκεια της προηγούμενης απεργίας πείνας. Λοιπόν, πολλά παίζονται εδώ μέσα.
Πήρα την εφημερίδα «Άιρις Νιους» σήμερα. Δεν λέει τίποτα, κι αυτός είναι ο λόγος που την άφησαν να φτάσει στα χέρια μου. Λαχταρώ να δω τους συντρόφους στη λειτουργία αύριο, όλα αυτά τα νεανικά πρόσωπα, χωρίς γένια και μουστάκια, χωρίς τα ακατάστατα, αχτένιστα, μακριά μαλλιά  που κατέληγαν σε βρώμικες μπούκλες.
Ένα είναι σίγουρο, πως η τρομακτική θέα των παγωμένων ματιών που διαπερνούν το κενό, το βέβαιο σημάδι των κακουχιών και των βασανιστηρίων, θα είναι εκεί. Μπορεί άραγε να φύγει ποτέ; Μου φαίνεται αδιανόητο πως θα μπορέσουμε κάποτε να το σβήσουμε από το μυαλό μας. Αποκτήσαμε ακόμα έναν σύντροφο αυτή την εβδομάδα. Δεν είναι ενθαρρυντικό που συνέχεια ενώνονται μαζί μας νέοι σύντροφοι;
Διάβασα τη δήλωση της Τζένιφερ στο δικαστήριο. (σ.ε: μετά την καταδίκη της η Τζένιφερ Μακ Καν είπε: «Είμαι ρεπουμπλικάνα αιχμάλωτη πολέμου κι αυτή τη στιγμή ο σύντροφός μου Μπόμπι Σαντς βρίσκεται σε απεργία πείνας για να υποστηρίξει τα δικαιώματά μου ως πολιτικής κρατούμενης»). Ένιωσα συγκίνηση και υπερηφάνεια. Είναι συντρόφισσά μου.
Σκέφτομαι τη Μαίρη Ντόιλ και την Έλεν Μακ Γκίγκαν κι όλα τα άλλα κορίτσια της Αρμά. Πώς μπορώ να τις ξεχάσω;
Οι μπάτσοι με κοιτάζουν με ανάμικτα συναισθήματα. Πολλοί απ’ αυτούς ελπίζουν (αν τα μάτια τους λένε την αλήθεια) πως θα πεθάνω. Λοιπόν, θα τους κάνω τη χάρη αν χρειαστεί, αλλά μα το Θεό, είναι τελείως ηλίθιοι. Ο Όσκαρ Ουάιλντ δεν είναι καθόλου δίκαιος μαζί τους, γιατί πιστεύω πως βρίσκονται πολύ πιο χαμηλά απ’ ό,τι αυτός νόμιζε.
Και θα ήθελα να προσθέσω πως μόνο ένα πράγμα είναι χειρότερο από έναν μπάτσο-ανθρωποφύλακα. Ένας Διευθυντής. Και η φτωχή μου πείρα μου έδειξε πως όσο ψηλότερα σκαρφαλώνει κάποιος στην απαίσια κλίμακα που λέγεται ιεραρχία, τόσο πιο πολύ ξεπέφτει ως άνθρωπος.
Ένας αρχιφύλακας με ζάλιζε για ώρες παινεύοντας τον «Διευθυντή μας» κύριο Χίλντιτς: «Ο κύριος Χίλντιτς είναι πραγματικός χριστιανός, ξέρεις, δεν τον άκουσα ποτέ να λέει κάτι που έστω να μοιάζει με ψέμα». «Πες το αυτό στους 400 άντρες αυτών των Η-μπλοκ, που τους έχουν ρημάξει στο ξύλο εδώ και τεσσερισήμισι χρόνια», του πέταξα αγριεμένος. Τι άλλο να του πεις, ο άνθρωπος είναι παθολογικά ηλίθιος, κάποιος που έχει μάθει να σκύβει το κεφάλι και να λέει «μάλιστα αφεντικό».
Βρέχει αλλά δεν κρυώνω, το ηθικό μου είναι ακμαίο και καπνίζω ακόμα κάτι τσιγάρα της παρακμής ή κάτι τέτοιο, αλλά ποιος είναι τέλειος, και κάνουν κακό στην υγεία, άκου πράματα, καληνύχτα.
Κυριακή, 8 Μάρτη 1981
Σε λίγες ώρες θα κλείσω τα 27 και, παράξενο, θα είναι ευτυχισμένα γενέθλια, ίσως γιατί το πνεύμα μου είναι λεύτερο, δεν βρίσκω άλλο λόγο.
Παρακολούθησα τη θεία λειτουργία σήμερα και είδα τα παιδιά χωρίς γένια κτλ. Λειτούργησε ένας αμερικάνος παπάς. Κοινώνησα. Ένα από τα παιδιά λιποθύμησε πριν τη λειτουργία αλλά είναι εντάξει τώρα. Ένας άλλος μεταφέρθηκε στο στρατιωτικό νοσοκομείο του Μάσγκρεϊβ. Συνηθισμένα φαινόμενα εδώ μέσα.
Είμαι 60,8 κιλά και δεν έχω καμιά ενόχληση ή ανησυχητικό σύμπτωμα.
Πήρα ένα ακόμα γράμμα από την αδελφή μου τη Μπέρνι και τον φίλο της. Γαληνεύει η ψυχή μου όταν έχω νέα της.
Πήρα τα «Άιρις Νιους»  σήμερα – είχαν μέσα μερικές δηλώσεις που υποστηρίζουν την απεργία πείνας.
Το Σαββατοκύριακο με εξέτασε ένας νεαρός γιατρός που μέχρι τώρα δεν ήξερα το όνομά του. Είναι ο δρ. Ρος, μικρόσωμος και φιλικός, ο γιατρός που είχαμε και στην προηγούμενη απεργία πείνας. Ακούστηκε πως ο δρ. Έμερσον είναι στο κρεβάτι με γρίπη. Θα θέλαμε να διαρκέσει δυο μήνες η «γρίπη» αυτή. Ο δρ. Ρος, αν και φιλικός είναι κατά τη γνώμη μου από τους ανθρώπους που προσπαθούν να διαβάσουν τη σκέψη σου. Αυτό μου θυμίζει πως δεν μου ζήτησαν ακόμα να εξεταστώ από ψυχίατρο. Σίγουρα θα το κάνουν. Είμαι όμως ισορροπημένος ψυχικά, ίσως περισσότερο κι από τον ίδιο τον ψυχίατρο. Δεν θα τον δω.
Σήμερα διάβασα κάτι άρθρα σε διάφορες εφημερίδες, περί φύσης, και ήταν φυσικό να ξυπνήσουν μέσα μου η ανάμνηση ενός, μια φορά κι έναν καιρό, επίδοξου ορνιθολόγου. Ήταν ένα φωτεινό και όμορφο απόγευμα το σημερινό, και τώρα το βράδυ είναι πολύ ήρεμο. Είναι εκπληκτικό το τι μπορούν ν΄ανακαλύψουν  ακόμα και τα φυλακισμένα μάτια κι αυτιά.
Περιμένω ν΄ ακούσω τον κορυδαλλό γιατί η άνοιξη έρχεται καλπάζοντας. Με τι χαρά άκουσα το κελάηδημα του κορυδαλλού όταν ήμουν στο Η-5, και πόσο χάρηκα παρακολουθώντας εκείνο το ζευγάρι των σπίνων που έφτασαν τον Φλεβάρη!  Τώρα όμως, ξαπλωμένος σ΄αυτό που ξέρω πως είναι το νεκροκρέβατό μου, ακούω μ΄ευχαρίστηση ακόμα και το κράξιμο των κοράκων.
Δευτέρα, 9 Μάρτη 1981
Είναι νύχτα προχωρημένη και κάνει κρύο. Νωρίτερα πέρασε από εδώ ο παπα-Μάρφι. Κουβεντιάσαμε μαζί για την κατάσταση. Φεύγοντας είπε πως είχε χαρεί με την κουβέντα μας, και πιστεύω πως τώρα κατανοεί καλύτερα τα πράγματα. Μια και μιλάμε για κληρικούς, έλαβε σήμερα ένα μικρό σημείωμα από κάποιον ιερέα με αρχικά Σ.Κ από το Τράλι του Κέρι και μερικές εικονίτσες της Παναγίας. Συγκινήθηκα που με σκέφτηκε. Μάλλον είναι ο ίδιος που πριν μερικά χρόνια μας μιλούσε στο κελί 11 για το δικαίωμα που έχει ο καθένας να παίρνει τα όπλα και να υπερασπίζεται την ελευθερία του σκλαβωμένου και καταπιεζόμενου  έθνους. Βέβαια, έκανε κήρυγμα προσηλυτισμού, αλλά κι αυτό βοηθάει.
Είναι τα γενέθλιά μου σήμερα και τα παιδιά τραγουδούν για χάρη μου. Να είναι καλά. Μου το ζήτησαν, κι έτσι στάθηκα στην πόρτα και τους έβγαλα ένα λογύδριο με την ευκαιρία των γενεθλίων μου. Έγραψα: στη Μπέρνι, στη μάνα μου και σε διάφορους άλλους φίλους. Νιώθω καλά, και το βάρος μου είναι 60 κιλά.
Πάντα θυμάμαι τον Τζέιμς Κόνολι, τη μεγάλη ηρεμία και αξιοπρέπεια που έδειξε μέχρι τις τελευταίες του στιγμές. Το θάρρος και την αποφασιστικότητά του. Ίσως να είμαι προκατειλημμένος, γιατί υπήρξαν χιλιάδες σαν αυτόν, αλλά τον έχω πάντα σαν παράδειγμα.
Επίσης, πάντα είχα φοβερή αγάπη για τον Λίαμ Μελόουις και για την τωρινή ηγεσία των Ρεπουμπλικάνων, και τους έχω εμπιστοσύνη όντας βέβαιος πως θα μείνουν σταθεροί κι ακλόνητοι. Αλλά πώς τολμώ να ξεχνώ τους σημερινούς Ιρλανδούς και τους επαναστάτες πατριώτες παλαιότερων εποχών. Και εκείνοι βαστούν ένα μεγάλο κομμάτι της καρδιάς μου.
Έχω λοιπόν διανύσει 27 ολόκληρα χρόνια, κάτι είναι κι αυτό. Ίσως πεθάνω αλλά η Δημοκρατία του 1916 δεν θα πεθάνει ποτέ. Εμπρός λοιπόν για τη Δημοκρατία αυτή και την Ελευθερία του λαού μας.
Τρίτη, 10 Μάρτη 1981
Για τις παρούσες συνθήκες, ήταν μια μέρα αρκετά καλή. Το βάρος μου είναι 59,3 κιλά, κι από υγεία δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα.
Στη χτεσινή εφημερίδα που πήρα σήμερα, διάβασα ευχές για τα γενέθλιά μου από φίλους και συγγενείς. Μου έστειλαν και είδη ξυρίσματος.
Απόψε δεν με επισκέφτηκε κανένας ιερέας, αλλά ο αρχίατρος που μου πήρε το σφυγμό κι έφυγε. Υποθέτω πως αυτό τον κάνει να νιώθει πολύ σπουδαίος.
Τα όσα διαβάζω στις εφημερίδες με κάνουν ν΄ανησυχώ και να σκέφτομαι πως σ’ ένα μελλοντικό στάδιο υπάρχει πιθανότητα να μας βάλουν τρικλοποδιά και να υποσκάψουν τον αγώνα μας – ακόμα και να οδηγήσουν την απεργία πείνας σε ήττα – κάνοντας την τακτική υποχώρηση του να μας αφήσουν να φοράμε ρούχα της επιλογής μας, και μόνο αυτό. Φυσικά, αυτό από μόνο του δεν οδηγεί πουθενά αλλά αν επιτρέψουμε να διατυπωθεί κάτι τέτοιο, με τη βοήθεια της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, θα μας κάνουν σίγουρα ζημιά. Έχω πια καταλήξει στο συμπέρασμα πως αυτοί σε καμιά περίπτωση δεν θα θελήσουν να δουν τους φυλακισμένους να κερδίζουν το δικαίωμα του πολιτικού κρατούμενου ή οποιοδήποτε κέρδος που θα έμοιαζε με το δικαίωμα αυτό ή θα μας βοηθούσε να το κατακτήσουμε.
Οι λόγοι είναι πολλοί και ποικίλοι αλλά έχουν βασικά ως κύριο κίνητρο την επιθυμία τους να δουν να σβήνει η επαναστατική πάλη του λαού. Και είναι φανερό πως η ποινικοποίηση των φυλακισμένων αγωνιστών θα βοηθήσει σ’ αυτό το πρόβλημα.
Είναι δηλωμένη η επιθυμία των ανθρώπων αυτών να δουν καλύτερες και πιο ανθρώπινες συνθήκες σ΄αυτή τη φυλακή. Εκείνο όμως που παίζεται εδώ μέσα δεν είναι ο «ανθρωπισμός» ή οι καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στη φυλακή. Το ζήτημα είναι καθαρά πολιτικό, και μόνο μια λύση πολιτική μπορεί να δοθεί. Εμείς οι φυλακισμένοι δεν έχουμε σκοπό (ούτε είχαμε ποτέ) να γίνουμε ελίτ. Απλά, θέλουμε να μας μεταχειρίζονται ως «μη συνηθισμένους φυλακισμένους». Δεν παραδεχόμαστε καμιά ενοχή, κανένα έγκλημα, εκτός κι αν είναι έγκλημα η αγάπη μας για το λαό και την πατρίδα μας.
Για να τοποθετήσουμε το ζήτημα σε λογική σειρά, θα δέχονταν οι Άγγλοι να καταλάβουν τη χώρα τους οι Γερμανοί;  Ή μήπως οι Γάλλοι θα δέχονταν το ίδιο πράγμα από τους Ολλανδούς; Εμείς οι ρεπουμπλικάνοι κρατούμενοι κατανοούμε καλύτερα από κάθε άλλον τα βάσανα όλων των άλλων φυλακισμένων που στερούνται την ελευθερία τους. Δεν αρνούμαστε στους ποινικούς οτιδήποτε απ΄όσα κερδίζουμε, και που θα μπορούσε να γλυκάνει ή να απαλύνει τη δυστυχία τους. Είναι πια γνωστό από το παρελθόν πως όλοι οι φυλακισμένοι έχουν κερδίσει από την αντίσταση των Ιρλανδών αγωνιστών στις φυλακές.
Tη στιγμή αυτή μου έρχονται στο νου οι Φένιανς και ο Τομ Κλαρκ που με τη φωτισμένη και αδιάλλακτη αντίστασή τους διαπέρασαν αποτελεσματικά το «τρομακτικό πέπλο σιωπής» που επικρατούσε στις Βικτωριανές αγγλικές φυλακές. Όποια δεκαετία και να ψάξεις, θα βρεις απτές μαρτυρίες για τέτοια γεγονότα από τα οποία ωφελήθηκαν όλοι οι φυλακισμένοι.  Κι όλα αυτά χάρη στην αντίσταση των  φυλακισμένων  Ιρλανδών αγωνιστών.
Δυστυχώς όμως κυλούν τα χρόνια, οι δεκαετίες, οι αιώνες, και δεν μπαίνει τέλος  στην Ιρλανδική αντίσταση μέσα στις κολασμένες αγγλικές φυλακές γιατί ο αγώνας στις φυλακές βαδίζει χέρι χέρι με τη διαρκή εθνικοαπελευθερωτική πάλη στην Ιρλανδία. Πολλοί Ιρλανδοί έδωσαν τη ζωή τους κυνηγώντας την ελευθερία, και ξέρω πως μελλοντικά κι άλλοι πολλοί θα κάνουν το ίδιο – του εαυτού μου συμπεριλαμβανομένου – ώσπου να έρθει ο καιρός που θα κερδίσουμε την ελευθερία αυτή.
Περιμένω από μέρα σε μέρα τη μετακίνησή μου από το κελί, ίσως σε κάποια κενή πτέρυγα των φυλακών, σε πλήρη απομόνωση. Οι απεργοί της προηγούμενης απεργίας είχαν μείνει ακριβώς δέκα μέρες στην πτέρυγα που είναι τα παιδιά, πριν τους μετακινήσουν. Τότε όμως έκαναν απεργία πλυσίματος και τα κελιά τους ήταν βρώμικα. Το κελί μου απέχει πολύ από το να είναι καθαρό αλλά είναι ανεκτό. Το νερό είναι πάντα κρύο και δεν το διακινδυνεύω ν’ αρπάξω κρυολόγημα ή γρίπη. Έξι μέρες έχω να κάνω μπάνιο, ίσως και περισσότερο. Δεν πειράζει.
Αύριο είναι η ενδέκατη μέρα κι έχω να τραβήξω πολύ δρόμο ακόμα. Κάποιος θα πρέπει να γράψει ένα ποίημα για τα βάσανα των απεργών πείνας.
Πρέπει να κοιμηθώ τώρα, κουράστηκα. [Στα γκαηλικά η τελευταία αυτή πρόταση – (σημείωση των μεταφραστών)]
Τετάρτη, 11 Μάρτη 1981
Έλαβα σήμερα πολλές κάρτες γενεθλίων, μερικές από ανθρώπους που δεν γνωρίζω. Ειδικά χάρηκα για μια σύνοψη με πενήντα ιερές ακολουθίες, που μου έστειλε η κυρία Μπερνς από την οδό Σεβαστοπόλ. Όλοι μας την ξέρουμε, δεν μας ξεχνά και δεν την ξεχνάμε, ας είναι ευλογημένη.
Έλαβα επίσης μια κάρτα από  τον δημοσιογράφο Μπρένταν Ο΄Καθόιρ. Χάρηκα που με σκέφτηκε. Έλαβα γράμμα από έναν φίλο καθώς κι από έναν Αμερικάνο φοιτητή που δεν τον γνωρίζω, αλλά είναι όμορφο να νιώθεις πως κάποιοι άνθρωποι σε σκέφτονται. Ήρθαν και κάτι λαθραία γράμματα από φίλους και συντρόφους.
Σήμερα έχω το ίδιο βάρος και, ιατρικά, κανένα ανησυχητικό σύμπτωμα. Πότε πότε με χτυπά η φυσική επιθυμία για φαί αλλά είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη η επιθυμία μου να δω ένα τέλος στα βάσανα των συντρόφων, να δω την απελευθέρωση του λαού μου.
Αύριο ο γιατρός θα μου κάνει ανάλυση αίματος. Φαίνεται πως ο Δρ. Ρος εξαφανίστηκε και γύρισε πίσω ο Δρ. Έμερσον. Δε βαριέσαι, όλοι τους για το σύστημα δουλεύουν.
Τίποτα το σημαντικό πάλι σήμερα εκτός από το ότι έκανα μπάνιο το πρωί. Σκεφτόμουν και την οικογένειά μου. Ελπίζω να μην υποφέρουν πολύ.
Σήμερα προσπάθησα να γράψω κατά λέξη ένα κομμάτι του Τζέιμς Κόνολι. Ντρέπομαι που δεν τα κατάφερα αλλά θα γράψω όπως όπως τις λιγοστές γραμμές που θυμάμαι. Κάπως έτσι πάει:
Ένας άνθρωπος που φουσκώνει από ενθουσιασμό
(ή πατριωτισμό) για τη χώρα του, που περπατά στους
δρόμους ανάμεσα στο λαό του και, βλέποντας τον
εξευτελισμό και τα βάσανά του, δεν κάνει τίποτα (εδώ μου
ξεφεύγει η σωστή διατύπωση), κατά την άποψή μου είναι ένας   απατεώνας
γιατί η Ιρλανδία χωρίς τους Ιρλανδούς δεν είναι τίποτα
άλλο παρά μια μάζα χημικών στοιχείων.
Ίσως σήμερα να μην υπάρχει εκείνη η απέραντη αθλιότητα του Δουβλίνου του 1913, αλλά και πάλι, με τα σημερινά δεδομένα σύγκρισης του βιοτικού επιπέδου άλλων χωρών, μπορούμε να πούμε πως δεν έχει αλλάξει τίποτα από τότε, ούτε στο Νότο ούτε στο βορρά. Ίσως να είναι και χειρότερα. Ένα πράγμα σίγουρα δεν άλλαξε: η οικονομική, πολιτιστική και φυσική καταπίεση που ασκείται πάνω στους ίδιους ανθρώπους, τους Ιρλανδούς.
Υπάρχουν πραγματικά πολλοί, πάρα πολλοί που περπατούν ανάμεσά μας σαν φουσκωμένα γαλόπουλα από ψεύτικο ενθουσιασμό, ψεύτικο πατριωτισμό και ψεύτικες προθέσεις. Πολιτικά κοτσύφια, πολιτικοί καιροσκόποι και παράσιτα όπως οι Φιτς, Ντέβλινς, Χιουμς, Στικς, Χάουεϊς, Φιτς Τζέραλντς και οι υπόλοιποι της αηδιαστικής συμμορίας των φιλόδοξων, ασυνείδητων, άχρηστων ανθρώπων.
Aκόμα κι αν δεν υπήρχαν εκατό χιλιάδες άνεργοι στη Βόρεια Ιρλανδία, θα πρέπει να ντρέπονται όσοι έχουν τεράστιους μισθούς και κέρδη βλέποντας τα ψίχουλα που παίρνουν οι μεροκαματιάρηδες. Η προνομιούχα αυτή καπιταλιστική τάξη που στηρίζεται πάνω στις πληγές, στον ιδρώτα και το μόχθο του λαού.
Η ολοκληρωτική ισότητα και αδελφοσύνη δεν μπορεί ούτε και πρόκειται να κατακτηθεί όσο αυτά τα παράσιτα κυριαρχούν και εξουσιάζουν τη ζωή ενός έθνους. Δεν υπάρχει ισότητα σε μια κοινωνία που στηρίζεται στην πολιτική και οικονομική βρωμιά που υποδηλώνει πως  επιβιώνει και περνά καλά μόνο ο δυνατός.
Συγκρίνετε τη ζωή, τις ανέσεις, τις περιουσίες και τις συνήθειες των πολιτικών μαφιόζων (που ισχυρίζονται πως νοιάζονται για μας, το λαό) με ό,τι έχουν οι βασανισμένοι και καταπιεσμένοι.
Κάνετε τη σύγκριση αυτή για οποιαδήποτε περίοδο της ιστορίας. Εφαρμόστε την στο αύριο, στο μέλλον, και θα σας αναστατώσει. Η αιώνια όμως μυωπία μας συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
Δεν έχουμε πολυτέλειες στα Η-Μπλοκ. Υπάρχει όμως πραγματική φροντίδα για τον Ιρλανδικό λαό.
Πέμπτη, 12 Μάρτη 1981
Ο παπα-Τόνερ με επισκέφτηκε απόψε και μου έφερε μερικά θρησκευτικά περιοδικά.
Το βάρος μου είναι 58,75 κιλά. Δεν μου πήρα αίμα γιατί θέλουν να το συνδυάσουν με άλλες εξετάσεις. Σύμφωνα με όσα λέει ο γιατρός, θα τις κάνουν την επόμενη εβδομάδα.
Σήμερα ένιωσα έντονη σωματική κούραση, ανάμεσα στο απόγευμα και στην ώρα του δείπνου. Ξέρω πως γίνομαι σωματικά πιο αδύναμος, είναι φυσικό. Πάντως είμαι εντάξει. Ακόμα παίρνω τις εφημερίδες κανονικά αλλά δεν έχουν τίποτα που να δίνει κουράγιο και θέληση. Κι αυτό το περίμενα. Πρέπει επομένως να στηριχτώ στο δικό μου κουράγιο, στη δική μου θέληση. Κι έτσι θα κάνω. Έλαβα τρία σημειώματα από τις συντρόφισσες της Αρμά, να τις έχει καλά ο Θεός.
Άκουσα για τη σημερινή ανακοίνωση, πως ο Φρανκ Χιουζ θα με ακολουθήσει στην απεργία πείνας ξεκινώντας την Κυριακή. Σέβομαι τον Φρανκ, τον θαυμάζω και του έχω εμπιστοσύνη. Ξέρω τώρα πως δεν είμαι μόνος. Πώς θα μπορούσαν να υπάρξω χωρίς συντρόφους σαν αυτούς ολόγυρά μου, στην Αρμά κι έξω από τις φυλακές;
Θυμήθηκα τώρα τους συντρόφους στο Πορτλοϊζ (σημείωση των μεταφραστών: φυλακές του Ελεύθερου Κράτους). Εκεί οι συνθήκες του επισκεπτηρίου είναι απάνθρωπες. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως όπου να΄ ναι θα εξεγερθούν και σε κείνη την τρύπα της κόλασης. Ελπίζω πως όχι αλλά η «συμπάθεια» του Χάουεϊ (σ.μ: Ιρλανδός πολιτικός του Ε.Κ.) για τους φυλακισμένους εκεί κάτω δεν διαφέρει από εκείνη των Βρετανών προς τους φυλακισμένους στις βορειοιρλανδικές και αγγλικές φυλακές.  Τώρα πια αντιλαμβάνομαι, και κάθε μέρα που κυλά κατανοώ ακόμα περισσότερο και με τον πιο θλιβερό τρόπο, τη σκληρή μοίρα και το μαρτύριο που πέρασαν μέχρι το πικρό τέλος τους ο Φρανκ Σταγκ και ο Μάικλ Γκάουαν (σ.μ: Ιρλανδοί αγωνιστές που πέθαναν από απεργία πείνας στις αγγλικές φυλακές). Ίσως – μα βέβαια, έτσι είναι – είμαι τυχερός γιατί εκείνοι οι καημένοι σύντροφοι δεν είχαν συντρόφους γύρω τους, ούτε ένα φιλικό πρόσωπο, ούτε καν την τελική παρηγοριά πως πεθαίνουν στον τόπο τους.  Ιρλανδοί αυτοί, μόνοι στα βάρβαρα κι ανελέητα χέρια ενός εκδικητικού και άκαρδου εχθρού. Θεέ μου, πόσο τυχερός είμαι σε σύγκριση μαζί τους.
Έχω ποιήματα στο μυαλό μου, μέτρια βεβαίως, ποιήματα για την απεργία πείνας και για τον Μακ Σουίνι και για το καθετί που η απεργία ξύπνησε στην καρδιά και στο νου μου, αλλά σιγά σιγά με διαβρώνει η κατάπτωση. Το μεν πνεύμα πρόθυμο η δε σαρξ ασθενής, όπως λένε. Γι’ αυτό αποφάσισα να συγκεντρώσω όλες μου τις δυνάμεις και σκέψεις στο να διατηρήσω την αντίστασή μου.
Αυτό είναι το σπουδαιότερο. Τίποτα άλλο δεν φαίνεται να έχει σημασία εκτός από τη σκέψη που διαρκώς στριφογυρνά στο νου μου και μου υπενθυμίζει: «Μην παραδοθείς ποτέ». Δεν έχει σημασία πόσο άσχημο είναι, μαύρο, οδυνηρό, πόσο ραγίζει η καρδιά. «Μην παραδοθείς ποτέ», «Μην απελπιστείς ποτέ», «Μη χάσεις ποτέ την Ελπίδα». Άσε τους μπάσταρδους να γελάνε όσο θέλουν μαζί σου, άσε τους να μορφάζουν ειρωνικά και να σε περιπαίζουν, να συνεχίζουν με τον εξευτελισμό, τη βαρβαρότητα, τις στερήσεις, την εκδικητικότητα και την ποταπή τρομοκρατία τους. Άσε τους να γελούν για τώρα, γιατί όλα αυτά δεν έχουν πια σημασία κι ούτε αξίζουν απάντηση.
Τη στιγμή αυτή εγώ δίνω την τελική μου απάντηση στη διεφθαρμένη και απάνθρωπη θηριωδία που λέγεται Η-Μπλοκ. Το δικό μας όμως γέλιο θα είναι διαφορετικό από το δικό τους γέλιο και ειρωνικό χαμόγελο. Θα είναι η χαρά της νίκης και η χαρά του λαού. Εκδίκησή μας θα είναι η ολοκληρωτική απελευθέρωσή μας και η τελειωτική ήττα των καταπιεστών του ιστορικού μας έθνους.
Παρασκευή, 13 Μάρτη 1981
Δεν είμαι προληπτικός και πραγματικά η μέρα πέρασε χωρίς επεισόδια. Νιώθω σχετικά καλά και το βάρος μου είναι 58,5 κιλά. Δε νιώθω και πολύ κουρασμένος αλλά έχει αρχίσει να με πονά η πλάτη μου γιατί κάθομαι διαρκώς στο κρεβάτι. Δεν μου έφεραν τα «Άιρις Νιους» σήμερα, που σημαίνει πως θα έγραφαν πιθανότατα κάτι που δεν ήθελαν να δω, αλλά ποιος νοιάζεται. Πέρασε απόψε ο παπα-Μάρφι και με είδε.
Οι μπάτσοι έκαναν μια γρήγορη έρευνα στο κελί μου όταν βγήκα έξω για νερό. Πάντα ενεδρεύουν οι αφιλότιμοι. Άκουσα πως χτύπησαν δικούς μας καθώς τους μετέφεραν από το Μπλοκ Η-6 σε κάποιο άλλο. Τίποτα δεν αλλάζει εδώ πέρα.
Ο Σιν Μακ Κένα (σημείωση των εκδοτών: ο προηγούμενος απεργός πείνας) είναι πάλι μαζί μας στο Η-4. Φανερά καταβεβλημένος αλλά ζωντανός, αναρρώνει κι ελπίζω να γίνει τελείως καλά.
(ακολουθεί κείμενο που το πρωτότυπό του είναι στα γκαηλικά)
Σήμερα το πρωί ξύπνησα με τα σπουργίτια, με μια μόνο σκέψη στο νου: «Άλλη μια μέρα ξημέρωσε Μπόμπι», κι αμέσως θυμήθηκα ένα τραγούδι που έγραψα πριν από πολύ καιρό. Ιδού:
Ξύπνησα το πρωί καθώς ήρθε ο μπάτσος
Αμίλητος χτύπησε βαριά την πόρτα μου
Ατένισα τους τοίχους και σκέφτηκα πως ήμουν νεκρός
Φαίνεται πως η κόλαση αυτή ποτέ δεν θα φύγει
Η πόρτα άνοιξε και δεν έκλεισε απαλά
Αλλά δεν πείραζε, δεν κοιμόμασταν
Άκουσα ένα πουλί κι ακόμα δεν είδα την αυγή
Σα να΄μουν βαθιά στο χώμα
Πού είναι οι σκέψεις μου από μέρες περασμένες
Και πού είναι η ζωή που κάποτε σκεφτόμουν πως υπήρχε
Η κραυγή μου δεν ακούγεται και τα δάκρυά μου κυλούν αθώρητα
Θα μου το ακριβοπληρώσουν όταν φτάσει η μέρα μας

Το  τραγουδώ στη μελωδία του «Siun Ni Dhuibhir».
Τα πουλιά κελαηδούσαν σήμερα. Ένα από τα παιδιά, τους έριξε ψίχουλα έξω από το παράθυρο. Τουλάχιστον κάποιοι έφαγαν σήμερα!
Απόψε ένιωσα για λίγο μόνος, ακριβώς την ώρα που άκουγα το κράξιμο των κοράκων καθώς γυρνούσαν στις φωλιές. Πότε θ΄ακούσω τον γλυκό κορυδαλλό, να γλυκαθεί η καρδιά μου; Τώρα όπως γράφω, ακούω την πένθιμη φωνή των θαλασσοπουλιών καθώς πετούν ψηλά.
Αγαπώ τα πουλιά. Λοιπόν, πρέπει να σταματήσω τώρα γιατί αν γράψω κάτι ακόμα για τα πουλιά, θ΄αρχίσω να κλαίω και ο νους μου θα πάει πίσω, στις μέρες που ήμουν έφηβος.
Όμορφες μέρες που έφυγαν για πάντα.
Σάββατο, 14 Μάρτη 1981
Ακόμα μια βαρετή κι ασήμαντη μέρα. Το βάρος μου είναι 58¼ κιλά και δεν έχω καμιά ενόχληση. Διάβασα τις εφημερίδες, είναι γεμάτες βρωμιές. Το αποψινό δείπνο ήταν φασόλια και πίτα, και παρόλο που η πείνα μου εξάπτει τη φαντασία, φαινόταν γερό γεύμα. Δεν υπερβάλλω, τα φασόλια ξεχείλιζαν από το πιάτο. Αν το έλεγα αυτό στα παιδιά, θ΄άρχιζαν  ν΄ανησυχούν για μένα, αλλά είμαι εντάξει. Μ΄έβαλαν σε πειρασμό, άνθρωπος είμαι, γι΄αυτό ανακουφίστηκα όταν τα σήκωσαν από το κελί. Δεν θα το άγγιζα βέβαια, αλλά ήταν σκέτο μαρτύριο.  Aκόμα και πόδια να είχε το πιάτο και να με κυνηγούσε, θα του ξέφευγα.
Θα έγραφα για κάποια πράγματα που μου ήρθαν στο νου, άσε τα όμως να περιμένουν. Λαχταρώ τη σύντομη συντροφιά των παιδιών αύριο στη λειτουργία. Ποτέ δεν ξέρεις πότε θα είναι η τελευταία φορά που θα τους ξαναδώ.
Κάπνισα μερικά τσιγάρα σήμερα. Στο επίπεδο αυτό τουλάχιστον τους νικάμε. Ε και να ήξεραν οι μπάτσοι έστω και τα μισά απ΄όσα γίνονται εδώ μέσα πίσω από την πλάτη τους.
Είναι εκπληκτική η εφευρετικότητα των Αιχμάλωτων πολέμου. Όταν έρθουν καλύτερες μέρες, θα τη μάθει όλος ο κόσμος. Γράφοντας κάτι προσωπικό σε θυμήθηκα Λίαμ Ογκ (το ψευδώνυμο του συνδέσμου του Μ.Σ. με τον ΙΡΑ εκτός φυλακών), με την ευκαιρία αυτή σου λέω, καλέ κι εργατικέ σύντροφέ μου, πως σε θαυμάζω και σένα κι όλους τους άλλους εκεί έξω για την ανιδιοτελή δουλειά που κάνετε τώρα και που έχετε κάνει στο παρελθόν, όχι μόνο για το Η-Μπλοκ και την Αρμά αλλά και για τον αγώνα γενικότερα.
Θυμάμαι πάντα το μάθημα που μου έδωσε ένας αληθινός άντρας. Μου είπε πως όλοι, Ρεπουμπλικάνοι και μη, έχουν έναν ειδικό ρόλο να διαδραματίσουν στον αγώνα και πως οι ρόλοι δεν είναι μεγάλοι και μικροί και κανένας δεν είναι πολύ γέρος ή νέος για να κάνει κάτι.
Μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα αλλά δεν είναι σε θέση να τα κάνει μόνη της μια πρωτοπορία ή ένα τμήμα του λαού. Μόνο σύσσωμο το Ιρλανδικό Έθνος μπορεί να εξασφαλίσει την επίτευξη της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, κάτι που γίνεται μόνο με σκληρή δουλειά και θυσίες. Εμπρός λοιπόν για ό,τι αξίζει, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για ό,τι έχετε κάνει, κι ελπίζω ν΄ακολουθήσουν πολλοί το παράδειγμά σας, και είμαι βαθιά περήφανος που σας γνώρισα και μπορώ ακόμα να σας λέω συναγωνιστές και συντρόφους.
Έτσι, για να τελειώνω το γράψιμο: σήμερα οι μπάτσοι χτυπούσαν βίαια τις πόρτες των κελιών, κλείνοντάς τις, ιδιαίτερα τη δική μου. Ίσως να είναι μια απόδειξη της νοοτροπίας των ανθρώπων αυτών, πάντα εκδικητικοί, πάντα γεμάτοι μίσος.  Είμαι περήφανος που δεν τους μοιάζω. Λοιπόν, σας αφήνω, πρέπει να ξεκουραστώ γιατί σήμερα ανακάλυψα πως με κουράζει και το χτένισμα των μαλλιών μου μετά το μπάνιο.
Ναι, θα νικήσουμε, θα θριαμβεύσουμε κάποια μέρα. Ζήτω ο ΙΡΑ και οι προβίζιοναλς.
Κυριακή, 15 Μάρτη 1981
Ο Φρανκ ενώθηκε μαζί μου στην απεργία πείνας. Είδα τα παιδιά στη Λειτουργία σήμερα, το ευχαριστήθηκα. Λειτούργησε ο παπα-Τόνερ. Ήταν και πάλι μια ανιαρή μέρα. Απόψε με δυσκόλεψαν λίγο για να βγω για νερό. Αύριο έχω επισκέψεις και είναι ωραίο που θα δω την οικογένειά μου. Περιμένω με ανυπομονησία να περπατήσω στο ύπαιθρο, θα με κουράσει φυσικά, δεν πειράζει, αρκεί να είναι καλός ο καιρός. Γεια σας.
Δευτέρα, 16 Μάρτη 1981
Ήταν μια υπέροχη επίσκεψη, η μητέρα, ο πατέρας και η Μαρκέλλα. Υπέροχη αν αναλογιστούμε τις συνθήκες και την ένταση κάτω από την οποία βρίσκονταν.
Όπως το περίμενα, δέχτηκα τις χυδαίες βρισιές των μπάτσων καθώς πηγαινοέρχονταν στη διάρκεια της επίσκεψης. Το κακόγουστο χιούμορ τους ήταν ακόμα μια απόδειξη της παιδιάστικης κακεντρέχειάς τους κτλ.
Ντύθηκα γερά για να προφυλαχτώ από το κρύο. Σήμερα το βάρος μου είναι 58¼ κιλά αλλά ξόδεψα πολλή ενέργεια λόγω επίσκεψης. Πάντως δεν έχω καμιά ψυχική ή σωματική ενόχληση.
Σήμερα πρόσεξα πως οι δεσμοφύλακες αντικαθιστούν τις φέτες ψωμιού με κομμάτια κέικ κλπ. αλλά κλέβουν τα κομμάτια του γλυκού (που έτσι κι αλλιώς είναι σπάνια) και τα τρώνε οι ίδιοι. Δεν ξέρω πώς να τους χαρακτηρίσω, είναι η περίπτωση του «Θεέ μου πόσο χαμηλά έχω πέσει» ή η άλλη : «Μπορείς άραγε να τους ρίξεις το φταίξιμο»; Αλλά κάνουν την επιλογή τους γεμίζοντας γερά το πιάτο του βασανιστηρίου μου;  Μάλλον ανήκουν στην πρώτη περίπτωση. Άφησαν το πιάτο μέσα την ώρα που με επισκεπτόταν ο παπάς (Μάρφι). Μετά που έφυγε, έλειπαν δυο μπουκιές από το γλυκόψωμο.
Πήρα την εφημερίδα «Σάντει Γουόρλντ» – σπανίζουν οι εφημερίδες τις τελευταίες μέρες.
Υπάρχει ένας αστυνομικός που το πήρε προσωπικά να με τρομοκρατήσει μέχρις εσχάτων. Έχει μια εκδικητικότητα μωρού. Δεν μ΄ενοχλεί το καθεστώς τρομοκρατίας που μου επιβάλλει αλλά με εκνευρίζει η νοοτροπία του, με βγάζει από τα ρούχα μου πότε πότε. Άλλο να είσαι βασανιστής κι άλλο να το ευχαριστιέσαι κιόλας, τέτοιου είδους χαρακτήρας είναι.
Σήμερα καθώς πήγαινα για επίσκεψη δεν μου έκαναν σωματική έρευνα – καλή ευκαιρία. Είναι φανερό πως μετά τη διαμαρτυρία «απλυσιάς», οι μισθοφόροι μπάτσοι
έχασαν τα επιπλέον επιδόματά τους και τις υπερωρίες τους, μην το ξεχνάμε. Να το έχουμε υπόψη μας, δεν θα γλυτώσουμε από τις σωματικές έρευνες και μαζί τον εξευτελισμό, την ταπείνωση και τη βαρβαρότητα που τις συνοδεύουν. Γιατί; Επειδή δεν πληρώνονται γι΄αυτό.
Τυλίγομαι συνέχεια με τις κουβέρτες αλλά είναι πολύ δύσκολο να ζεστάνω τα πόδια μου. Θα φταίει το κρύο νερό που πίνω, δεν βοηθά τη σωματική θερμοκρασία, πίνω πολύ νερό! Εξακολουθώ να καταφέρνω να πίνω πέντε με έξι λίτρα νερό και το ανάλογο αλάτι καθημερινά, χωρίς δυσκολία.
Τα βιβλία που μου φέρνουν είναι σκατά. Θα ζητήσω αύριο ένα λεξικό. Ξεφυλλίζοντάς το μαθαίνω και κάτι, κι αυτό είναι προτιμότερο από τα βιβλία τους . Τα αγγλικά κουρελόχαρτα ίσα ίσα που τα διαβάζω, απλά τα φυλλομετρώ ελπίζοντας πως κανένας δεν θα ανοίξει την πόρτα. Έλαβα λαθραία το φύλλο του ΑΡ/ΡΝ της περασμένης εβδομάδας και το διάβασα χτες (αχ αυτή η εφευρετικότητα των αιχμάλωτων πολέμου). Απόλαυσα τα γραφόμενα (Αλάνθαστα – Διώχτε τους από εδώ – Καλέ μου Ντάνι (Μόρισον)).
Ελπίζω πως ο κόσμος τh διαβάζει και τουλάχιστο κατανοεί λίγες από τις αλήθειες που πάντα μπορεί να βρει ο καθένας εκεί πέρα.
Απ΄ό,τι βλέπω, ο Πάτι Ντέβλιν κάνει τα συνηθισμένα του κόλπα και δεν βγαίνει να υποστηρίξει  εμάς τους φυλακισμένους. Δεν είναι – ποτέ δεν ήταν – συνδικαλιστής, μοιάζει περισσότερο με αγγλόφιλο. Λοιπόν, αυτά για σήμερα, καληνύχτα.
Τρίτη, 17 Μάρτη 1981
(σημείωση των εκδοτών: εξ ολοκλήρου στα γκαηλικά – η απόδοση στα ελληνικά βασίστηκε στην αγγλική μετάφραση)
Του αγίου Πατρικίου σήμερα, κι όπως πάντα τίποτα το αξιοσημείωτο. Παρακολούθησα τη θεία λειτουργία, τα μαλλιά μου είναι κομμένα και ωραιότερα. Δεν γνωρίζω τον παπά που λειτούργησε. Οι δεσμοφύλακες έδιναν φαγητό σ΄όσους γύριζαν από την εκκλησία, προσπάθησαν να μου δώσουν και μένα ένα πιάτο. Μου το έβαλαν στο πρόσωπο αλλά συνέχισα το δρόμο μου σα να μην υπήρχε κανείς εκεί.
Βρήκα λίγο χαρτί σήμερα, κι έτσι για αλλαγή βρίσκονταν και τα «Άιρις Νιους» στο κελί. Αλλά έτσι κι αλλιώς μαθαίνω τα νέα από τα παιδιά.  Σήμερα το πρωί είδα τον δύστροπο γιατρό.
Το βάρος μου είναι 57,5 κιλά. Δεν είχα κανένα πρόβλημα. Ήρθε να με δει ο κυβερνήτης και μου μίλησε άσχημα. Είπε: «Βλέπω πως διαβάζεις ένα σύντομο βιβλίο. Καλό για σένα που δεν είναι μεγάλο γιατί δεν πρόκειται να το τελειώσεις».
Τέτοιοι άνθρωποι είναι αυτοί! Καταραμένοι! Δεν με νοιάζει.
Κουράστηκα.
Σήμερα σκεφτόμουν για την απεργία πείνας. Ο κόσμος λέει πολλά για το σώμα αλλά δεν το εμπιστεύονται. Πιστεύω πως υπάρχει πράγματι ένα είδος αγώνα. Πρώτα το σ΄βμα είναι που αντιδρά στην έλλειψη τροφής, υποφέρει από τον πειρασμό της τροφής κι από άλλα πολλά πράγματα που διαρκώς το βασανίζουν.
Το σώμα σίγουρα αντιστέκεται αλλά στο τέλος όλα επιστρέφουν στην πρωταρχική δύναμη που είναι ο νους.
Ο νους είναι ο σημαντικότερος παράγοντας.
Αν δεν έχεις δυνατό μυαλό για να αντισταθείς σ΄όλα, τότε δεν θα αντέξεις. Δεν θα έχεις καμιά δύναμη να παλέψεις.
Από πού προέρχεται λοιπόν αυτή η σωστή πνευματική διάθεση; Ίσως από τον πόθο του ανθρώπου για ελευθερία.
Αυτό όμως δεν είναι σίγουρο.
Αν δεν μπορούν να καταστρέψουν τον πόθο για ελευθερία, τότε δεν θα καταφέρουν να σε διαλύσουν.
Δεν θα με διαλύσουν, δεν θα υποκύψω γιατί ο πόθος μου για ελευθερία όπως και η ελευθερία του Ιρλανδικού λαού είναι βαθιά στην καρδιά μου. Θα ξημερώσει κάποια μέρα όπου όλος ο Ιρλανδικός λαός θα δείξει αυτό τον πόθο για ελευθερία.
Θα δούμε τότε τη σελήνη ν΄ανατέλλει.
Μετάφραση: Λοκομοτίβα – bobbysandsdiary.espivblogs.net




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου