Γράφει η Αργυρώ Κραββαρίτη
Στις 7 Γεναρη 1919 Έλληνες στρατιώτες αποβιβάζονται στην
Οδησσό, στα πλαίσια της εκστρατείας των Η.Π.Α. και της Αντάντ ενάντια
στη Σοβιετική Ένωση
Στις 7 Γενάρη 1919, αποβιβάζονται με εντολή του Βενιζέλου στην Οδησσό
οι πρώτοι Έλληνες στρατιώτες, στα πλαίσια της ελληνικής συμμετοχής στην
πολεμική εκστρατεία των Η.Π.Α., Αντάντ και Ιαπωνίας εναντίον της νεαράς
τότε Οκτωβριανής Επανάστασης. Ο Νικόλαος Πλαστήρας που είχε
προθυμοποιηθεί οικειοθελώς να πάρει μέρος στην αντισοβιετική εκστρατεία
υποστήριζε ότι «από τη συμμετοχή μας στην εκστρατεία έχουμε να
ωφεληθούμε πολύ και ότι ο δρόμος για τη Θράκη και τη Μικρά Ασία περνάει
από την Ρωσία» Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα, 1918 – 1920 Κώστας Αυγητίδης. σελ.128
«Η άποψη ότι το Γενάρη του 1919 πάρθηκε η απόφαση από την ελληνική
κυβέρνηση να παρει μέρος στην κατάπνιξη της σοβιετικής εξουσίας δεν
ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και στοχεύει σε προσπάθεια δικαίωσης
της συμμετοχής της Ελλάδας στη στρατιωτική σταυροφορία.
Γεγονός είναι ότι ο ελληνικός πολεμικός στόλος μαζί με τον
αγγλογαλλικό εισέβαλε στη Μαύρη Θάλασσα και ανέλαβε πολεμικές
επιχειρήσεις ενάντια στις παραθαλάσσιες σοβιετικές πόλεις το πρώτο
δεκαπενθήμερο του Νοέμβρη του 1918. Ο στόλος αυτός απέπλευσε χωρίς την
απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης; Ένα άλλο αποδεικτικό γεγονός. Το
Νοέμβρη του 1918, στις διαπραγματεύσεις των συμμάχων στο Παρίσι ο Ε.
Βενιζέλος στέλνει τηλεγράφημα στο Γάλλο πρωθυπουργό και υπουργό
Εξωτερικών, δηλώνοντας ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο ελληνικός στρατός
παντού όπου είναι αναγκαίο.
Η ένοπλη επέμβαση ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, στην οποία συμμετείχε
και η Ελλάδα, άρχισε πριν ακόμα λήξει ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Όλα αυτά
τα γεγονότα δεν αποδεικνύουν ότι η απόφαση της συμμετοχής της Ελλάδας
στην εκστρατεία πάρθηκε πολύ νωρίτερα από το 1919; Ο πρώτος που εισέβαλε
στη Σοβιετική Ρωσία, ήταν γερμανοαυστριακός στρατός που στην επίθεσή
του χρησιμοποίησε ένα τεράστιο δυναμικό 350-400 χιλιάδες στρατιώτες και
αξιωματικούς και κατέλαβε το Πουκόφ, τις Βαλτικες χώρες, εδάφη της
Λευκορωσίας, της Ουκρανίας, της Κριμαίας κι έφτασε μέχρι τον Καύκασο. Η
μεγαλύτερη απειλή μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού προερχόταν από τα
γερμανοαυστριακά στρατεύματᨻ Η στρατιωτική επέμβαση των
καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα, 1918 –
1920 Κώστας Αυγητίδης. σελ.56-56
Οι δραματικές επιπτώσεις του πολέμου, όχι μονο συγκλόνισαν όλον τον
κόσμο, αλλά κάτι περισσότερο, επιδείνωσαν την οικονομική κατάσταση των
μαζων προκαλωντας ανήκουστες συμφορές: πείνα, αρρώστιες, αύξηση της
ανεργίας κ.λ.π. Όλες αυτές οι φρικαλεότητες του πολέμου, είχαν σαν
αποτέλεσμα να φουντώνει καθημερινά η δυσαρέσκεια όχι μονο ανάμεσα
σ΄εκείνους που ήταν ντυμένοι στο χακί, αλλα και ανάμεσα στις πλατιές
λαϊκές μάζες. Η συνέχιση του πολέμου προκάλεσε την έντονη δυσφορία των
λαών, που εκφράστηκε με αντιπολεμικές διαδηλώσεις διαμαρτυριας, απεργίες
κ.λ.π
Στη Γαλλία και στις άλλες χωρες της Αντάντ δυνάμωσε ο αντιπολεμικός
αγώνας. Η κατάσταση που δημιουργήθηκε δυνάμωσε το αντιπολεμικο κινημα
των φαντάρων στα διάφορα μέτωπα. Στις γραμμές του γερμανικού στρατού ,
αλλά και των στρατευμάτων της Αντάντ, ακουγόταν το σύνθημα «Κάτω αυτοί
που παρατείνουν την πόλεμο!»Παράλληλα , οι στρατιώτες στα διάφορα μέτωπα
όπως στο Ανατολικό Μέτωπο, συμφιλιώνονταν με τους στρατιώτες των
αντιπάλων στρατών. Το κίνημα ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο
μετατράπηκε αναπόφευκτα σε κίνημα ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα, 1918 – 1920 Κώστας Αυγητίδης. σελ.32
Με τέτοιες συνθήκες ήταν αναμενόμενο, η ελληνική κυβέρνηση να λάβει
μέτρα ως προς την επιλογή του εκστρατευτικού σώματος στην Ε.Σ.Σ.Δ.
Η προετοιμασία της αποστολής
[Η ελληνική κυβέρνηση, για την υλοποίηση
των αντισοβιετικών σχεδίων της, έλαβε σειρά προληπτικών μέτρων όσον
αφορά τη συγκρότηση και συμμετοχή του ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος
στην υπερπόντια τυχοδιωκτική ένοπλη επέμβαση, με στόχο την κατάλυση της
νεογεογέννητης Σοβιετικής εξουσίας στη Ρωσία.
Ο τότε πρωθυπουργός, οποίος γνώριζε πολύ καλά τους παραδοσιακούς
δεσμούς φιλίας του ελληνικού και του ρώσικου λαού, τους μακραίωνες
αγώνες τους ενάντια στον κοινό εχθρό, τα αισθήματά τους αλληλοβοήθειας,
πήρε μια σειρά ειδικά μέτρα για την κατάλληλη συγκρότηση της
στρατιωτικής δύναμης. Ένα ιδιαίτερο μέτρο ήταν η προσεκτική επιλογή του
ανώτερου στελεχικού δυναμικού του Εκστρατευτικού Σώματος. Έτσι στη
διαταγή που εξέδωσε το Γενικό Στρατηγείο του Ελληνικού Στρατού στις 5
(18) Δεκεμβρίου του 1918 αναφέρεται ότι επιτρέπεται στους επιθυμώντες
αξιωματικούς άλλων μονάδων να μετατεθούν στο Α’ Σώμα Στρατού. Αυτό το
επιβεβαιώνει και ο αντισυνταγματάρχης Ν. Πλαστήρας, ο οποίος γράφει
σχετικά: «Έσπευσα αμέσως, την ιδίαν ημέραν, να υποβάλλω αναφορά,
παρακαλώ όπως με δοθεί η διοίκηση ενός των συνταγμάτων».Επίσης και ο
ταγματάρχης Λεωνίδας Σπαής, ομολογεί, ότι ύστερα από αίτησή του,
τοποθετήθηκε και ανέλαβε τη διοίκηση του 2ου τάγματος.
Όπως ήταν και φυσικό, όλα τα ανώτερα στελέχη του ελληνικού
Εκστρατευτικού Σώματος επιλέχθηκαν με πολύ αυστηρά κριτήρια. Έπρεπε να
είναι απόλυτα αφοσιωμένοι στο βενιζελικό κόμμα. Επιπλέον, με
εμπιστευτική εγκύκλιο ορισμένοι αξιωματικοί ερωτήθηκαν αν επιθυμούν να
μετάσχουν στην εκστρατεία της Ουκρανίας. Άλλωστε, όλοι οι ανώτεροι
αξιωματικοί είχαν το δικαίωμα να δηλώσουν συμμετοχή στην εκστρατεία.
Αυτό επιβεβαιώνεται και από τον αντιστράτηγο Λ. Παρασκευόπουλο, αρχηγό
του ελληνικού στρατού, ο οποίος γράφει σχετικά: «Όταν έλαβα τη διαταγή
για αποστολή στρατού… η προσοχή επεστάθη εις την τοποθέτησιν αξιωματικών
και υπαξιωματικών επιθυμούντων (υπογράμμιση –Κ.Α.) να μεταβούν
εκεί (στη Ρωσία – Κ.Α.). Συνεπώς ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην
τοποθέτηση αξιωματικών και υπαξιωματικών που ήταν πρόθυμοι να πάρουν
μέρος στην εκστρατεία.
Ένα δεύτερο μέτρο, όσον αφορά την επιλογή και τη συγκρότηση αξιόμαχου
Εκστρατευτικού Σώματος ήταν η συμπλήρωση των μονάδων του με στρατιώτες
των κλάσεων 1915-1918 που προθυμοποιούνταν να μετάσχουν στην
αντισοβιετική σταυροφορία. Και όχι μόνο πάρθηκαν αυτά τα μέτρα αλλά η
κυβέρνηση επέτρεψε να καταταγούν στο Εκστρατευτικό Σώμα και εθελοντές
απ΄όλες μονάδες του ελληνικού στρατού. Στην ελληνική ιστοριογραφία δεν
υπάρχει αριθμός για τον αριθμό αυτών των εθελοντών. Αυτά τα μέτρα
πάρθηκαν για τον εξής πρόσθετο λόγο: το 2ο Σύνταγμα της 13ης
Μεραρχίας, πριν σταλεί στην Κριμαία, έδρευε στη Λαμία, όπου οι
στρατιώτες στασίασαν στις 19 του Γενάρη 1918, με αποτέλεσμα το έκτακτο
στρατοδικείο να καταδικάσει τρεις σε θάνατο ενώ συνελλήφθησαν
περισσότεροι από 200 και κλείστηκαν στις φυλακές…
Η κατάταξη νεοσύλλεκτων στο προετοιμαζόμενο Εκστρατευτικό Σώμα,
οφειλόταν στο γεγονός ότι από το καλοκαίρι του 1917 ως το Δεκέμβρη του
1918 είχαν λιποτακτήσει χιλιάδες στρατιώτες από τις γραμμές του
ελληνικού στρατού Π.χ. στο Ναύπλιο, καταδικάστηκε ένας λοχίας και έξι
στρατιώτες για λιποταξία. Επίσης στις 26 του Γενάρη έχουμε τα γεγονότα
της Θήβας όπου στασίασε το 2ο Σύνταγμα Πεζικού. Η κυβέρνηση
για να διαλύσει τους στασιαστές χρησιμοποίησε εναντίον τους ακόμα και
πυροβολικό. Μετά τη διάλυση των εξεγερμένων έγιναν συλλήψεις και
εκτελέσεις στρατιωτών. Στη Μακεδονία (Κοζάνη), το έκτακτο στρατοδικείο
καταδίκασε σε θάνατο δύο δεκανείς και έξι στρατιώτες ενώ σε εννιά
στρατιώτες επιβλήθηκαν βαριές ποινές φυλάκισης. Αυτή η έκρυθμη κατάσταση
στο ελληνικό στράτευμα ανάγκασε την κυβέρνηση να εφαρμόσει το μέτρο της
επιλογής των στρατιωτών και αξιωματικών του Εκστρατευτικού Σώματος.
Ένας άλλος στόχος της προετοιμασίας των στρατιωτών του Σώματος για
την υπερπόντια εκστρατεία ήταν ο ιδεολογικός επηρεασμός. Η κυβέρνηση
εφάρμοσε ένα ειδικό σχέδιο διάβρωσης της συνείδησης των στρατιωτών.
Παραδόθηκαν ειδικά μαθήματα, παίχτηκαν θεατρικά έργα, έγιναν διαλέξεις
με αντιμπολσεβίκικο, αντισοβιετικό περιεχόμενο που παρουσίαζαν τους
μπολσεβίκους σαν συμμορίτες, σαν αγριανθρωπους που ισοπεδώνουν τα πάντα
με τη φωτια και το σίδερο, επιβάλλουν την κοινοκτημοσύνη στις γυναίκες,
καταργούν την πατρίδα, τα χρήματα, την οικογένεια κ.α.
Όπως
είναι γνωστό τον ελληνικό και το ρώσικο λαό τους συνδέουν μακραίωνες
σχέσεις όχι μόνο οικονομικοπολιτικές αλλά και θρησκευτικές. Η ελληνική
κυβέρνηση εκμεταλλευόμενη αυτές τις σχέσεις έστειλε μαζί με το
Εκστρατευτικό Σώμα και μεγάλο αριθμό εκκλησιαστικών παραγόντων. Μεταξύ
των «απεσταλμένων του Θεού» συγκαταλέγονταν τρεις επίσκοποι, τέσσερις
αρχιμανδρίτες και 40 παπάδες. Σαν κριτήριο στην επιλογή των «πατέρων της
εκκλησίας» ίσχυε η γνώση της ρώσικης γλώσσας, ώστε να μπορούν να
επηρεάσουν άμεσα τα χριστιανικά αισθήματα του ρώσικου λαού. Επίσης, η
ελληνική κυβέρνηση επιδίωκε να εξασφαλίσει με τη βοήθεια των
εκκλησιαστικών παραγόντων, την τυφλή υποταγή των στρατιωτών.
Όλοι οι «εκπρόσωποι» του Θεού, προπαγάνδιζαν τον πόλεμο, τη
σκληρότητα, τις εκτελέσεις, την υποδούλωση και εξόντωση ενός λαού
φιλικού προς τον δικό μας. Επίσης στην ιδεολογική προετοιμασία του
Εκστρατευτικού Σώματος, η κυβέρνηση και ο προσκείμενος σ΄αυτή Τύπος,
χρησιμοποίησαν πολύ έντεχνα για λογαριασμό τους την αποφασιστική συμβολή
της Ρωσίας στην απελευθέρωση του ελληνικού λαού από τον οθωμανικό ζυγό.
Με στόχο να πείσουν τους στρατιώτες για την «ορθότητα» της συμμετοχής
τους στην ένοπλη επέμβαση και να δικαιολογήσουν τα σχέδιά τους,
υποστήριζαν ότι είναι πια η σειρά μας να «απελευθερώσουμε» τον ομόθρησκο
μας ρώσικο λαό από τη μπολσεβίκικη τυραννία, δηλαδή ν΄ανταποδώσουμε
αυτό που έκανε εκείνος για μας το 1828.] Η
στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική
Ρωσία και η Ελλάδα, 1918 – 1920 Κώστας Αυγητίδης, σελ,131-133
Η δυσαρέσκεια και οι διαμαρτυρίες στις τάξεις του ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος
[Ο τυχοδιωκτισμός και η δουλοφροσύνη προκάλεσαν
δυσαρέσκεια και αντίδραση όχι μόνο στις πλατιές μάζες του ελληνικού λαού
αλλά και στις τάξεις του ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος Στρατού. Παρ΄
όλες τις προσπάθειες που κατέβαλλε η κυβέρνηση να προετοιμάσει με
πληρότητα το Σώμα για την αποστολή του στην υπερπόντια σταυροφορία,
ανάμεσα στους στρατιώτες και αξιωματικούς κυοφορούνταν η δυσαρέσκεια. Οι
περισσότεροι Έλληνες στρατιώτες ήταν πεισμένοι ότι στέλνονταν στα ξένα
εδάφη για να πολεμήσουν για συμφέροντα της αστικής τάξης, των
εκμεταλλευτών. Αυτή η δυσαρέσκεια και η αντίθεση των στρατιωτών στην
αποστολή σφαγιασμού εκφράστηκε με διάφορους τρόπους και μέσα. Βέβαια εδώ
΄θα σημειώσουμε ότι η κατάσταση των στρατευμάτων της Αντάντ στην αρχή
της επέμβασης δεν προκάλεσε ιδιαίτερους φόβους.
Στο αρχικό στάδιο προετοιμασίας και συγκρότησης του ελληνικού
Εκστρατευτικού Σώματος, ένας αριθμός στρατιωτών προσπάθησε να
λιποταχτήσει απ΄τις μονάδες του για να μη γίνει συμμέτοχος τις
αγγλογαλλοαμερικανικής εκστρατείας κατάπνιξης της σοβιετικής εξουσίας.
Πολλοί κατέβαλλαν προσπάθειες και μέσα για να εξαιρεθούν και
ν΄απομακρυνθούν απ΄τις μονάδες που θα έπαιρναν μέρος στην εκστρατεία. Ο
Συνταγματάρχης Θόδωρος Κόντου , διοικητής του 5/42 τάγματος Ευζώνων,
ζήτησε τη μη αποστολή του σ΄αυτόν τον τυχοδιωκτισμό. Επίσης και ο
αντισυνταγματάρχης Διαλέτης Διογένης, διοικητής του Τρίτου Συντάγματος
Πεζικού ζήτησε την απαλλαγή του από τη συμμετοχή στην εκστρατεία. Ένας
από τους δραστήριους συνεργούς της εκστρατείας, ο Ν. Πλαστήρας, που
ανέλαβε τη διοίκηση του 5/42 τάγματος Ευζώνων να τι αναφέρει για τις
διαθέσεις των αξιωματικών του Συντάγματος. Οι αξιωματικοί δεν ήταν
«διατεθειμμένοι δια την εκστρατεία της Ουκρανίας, την οποίαν θεωρούσαν
τυχοδιωκτικήν επιχείρησιν!».
Για την ιδεολογική προετοιμασία του Συντάγματος και γενικά του
Σώματος, πριν αναχωρήσει στον ολισθηρό δρόμο της επέμβασης ο Ν.Πλαστήρας
εκφώνησε λόγο στους στρατιώτες κι αξιωματικούς του Συντάγματος κι
ανέφερε τους σκοπούς της εκστρατείας. Όπως μαρτυρεί ο ίδιος, ανάμεσα
στους στρατιώτες εμφανίστηκε φανερή αδιαφορία και ψυχρότητα. Όχι μόνο
αυτό, αλλά «τη στιγμή που τους ομιλούσα εξεδηλώθη και κάποια τάσις
αποδοκιμασίας…, και αν δεν υπήρχε ο φόβος των συνεπειών ίσως να
εξεδηλώνετο και εντονότερα». Και ο ίδιος ο Πλαστήρας φαίνεται να
προβληματιζόταν αν η ελληνική συμμετοχή ενάντια στους μπολσεβίκους της
Ουκρανίας το 1919 εξυπηρετούσε δίκαια υπόθεση. Ανάμεσα στους στρατιώτες
του σώματος μεταδίδονταν και τέτοια ερωτήματα:
Στη Ρωσία τι να κάνουμε; Γιατί πάμε στη Ρωσία; Για ν΄αποκαταστήσουμε
το τσαρικό καθεστώς; Μας εστειλαν εδώ ν΄αφήσουμε τα κόκαλά μας στη
Ρωσία. Μάλιστα ο Πέτρος Ρούσος γράφει γι΄αυτό ότι οι φαντάροι δεν
έδειχναν ενθουσιασμό για τον Ελευθεριο Βενιζέλο που τους έστειλε στην
Ουκρανία και δε θέλανε τον πόλεμο κατά του ρώσικου λαού.
Τη δυσαρέσκεια των Ελλήνων φαντάρων ενάντια στην εκστρατεία, εκφράζει και το τραγούδι τους :
Πού, μωρε, πού
πού σας πάει ο αρχηγός σας
στο μακρύ το δρόμο μπρος σας
Με τη άφιξη των Ελλήνων στρατιωτών στη Ρωσία, σε πυρωμένο
επαναστατικό έδαφος, η αντιμετώπιση της αντικειμενικής πραγματικότητας, ο
ηρωισμός του σοβιετικού στρατού, η αυτοθυσία του σοβιετικού λαού στην
υπεράσπιση των επαναστατικών κατακτήσεων και η ιδεολογικο-διαφωτιστική
δουλειά των παράνομων μπολσεβίκικων οργανώσεων ανάμεσα στα συμμαχικά
στρατεύματα, οδήγησαν σε θετικές διαφοροποιήσεις για το έργο της
σοβιετικής εξουσίας ανάμεσα στους Έλληνες στρατιώτες. Επίσης επέδρασε
στη διαφοροποίησή τους και η στάση των κατοίκων της Οδησσού απέναντί
τους και των άλλων κατεχόμενων σοβιετικών πόλεων και χωριών.
Ύστερα απ΄όλα αυτά τα γεγονότα, οι Έλληνες στρατιωτες άρχισαν να
κάνουν σύγκριση με αυτά που άκουσαν στην Ελλάδα πριν αναχωρήσουν για την
άμεση συμμετοχή τους στην αντισοβιετική πολεμική εκστρατεία, ότι στη
Ρωσία θα πολεμήσουν ενάντια σε μερικές συμμορίες ανταρτών
πλιατσικολόγων, φονιάδων, ληστών, απάτριδων, ότι το έργο τους θα είναι
«η διατήρηση της τάξης» κλπ. Τα γεγονότα που αντίκρυσαν στη Ρωσία οι
Έλληνες φαντάροι τους πιστοποιούσαν πώς δεν είχαν έλθει στην Ουκρανία να
βοηθήσουν, όπως τους έλεγαν, στην απελευθέρωση ενός δυστυχισμένου λαού.
Οι ριζικές πολιτικοοικονομικές αλλαγές, που επακολούθησαν στη Ρωσία,
ύστερα από την Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, δεν μπορούσαν να μην
επιδράσουν, να αφήσουν άτρωτους τους Έλληνες. Πολλές φορές άκουγες από
τους Έλληνες να λένε ότι μας γέλασαν, οι μπολσεβίκοι είναι αδέρφια μας,
αγωνίζονται για τα συμφέροντα όλων των εργαζομένων λαών του κόσμου. Την
επίδραση αυτή επιβεβαιώνουν και τα λόγια τους: «Ο Βοριάς είναι αέρας
πολύ δυνατός και ορμητικός…Το μεγαλουργό έργο του Βοριά ήταν
θριαμβευτικό». Επίσης αυτές τις θετικές διαφοροποιήσεις των Ελλήνων
στρατιωτών και αξιωματικών του Σώματος, μαρτυρά και το απόρρητο
ντοκουμέντο του διοικητή της 156ης γαλλικής μεραρχίας με
ημερομηνία 28 Γενάρη 1919, στο οποίο απευθυνόμενος προς το διοικητή του
ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος, αναφέρει ότι υπάρχουν πληροφορίες πώς
οι Ελληνες στρατιώτες έχουν σύνδεση με τους μπολσεβίκους κι ότι
ετοιμάζονται να ενωθούν μαζί τους, γι΄ αυτό σας παρακαλούμε να πάρετε τα
απαραίτητα μέτρα. Εδώ ο αναγνώστης μας, θα παρατηρήσει ότι η εγκύκλιος
του Γάλλου διοικητή εκδίδεται σε περίοδο που μόλις είχαν επιβιβαστεί
Έλληνες στρατιώτες στην Οδησσό.
Ένα άλλο γεγονός, που επέφερε αλλαγή στη στάση, στα φρονήματα των
Ελληνων στρατιωτών, γενικά της Αντάντ, που επέδρασε θετικά, ήταν ο
ηρωισμός, η αντίσταση και η αυτοθυσία των πολυεθνικών λαών των Σοβιέτ
ενάντια στους κατακτητές. Όλα αυτά δημιουργούσαν ερωτηματικά στους
Έλληνες στρατιώτες σχετικά με το ότι μόνο ένας λαός που ξέρει γιατί
αγωνίζεται μπορεί να παρουσιάσει τέτοιο ηρωισμό, αυτοθυσία, απ΄αυτό
συμπέραναν και το άδικο του αγώνα τους. Ιδιαίτερα μετά τις αιματηρές
μάχες και τις τεράστιες απώλειες των Ελλήνων στη Χερσώνα και στο
Μπερεζοφκα – Σέρμπκα, ο δυναμισμός της αγανάκτησης μέσα στις ελληνικές
στρατιωτικές μονάδες άρχισε να ενεργοποιείται και να παίρνει ανοιχτό
χαρακτήρα, οι δε στρατιώτες δεν εκτελούσαν διαταγές των διοικητών τους.
Τα κρούσματα απειθαρχίας και ανυπακοής που ήταν προηγούμενα μεμονωμένες
περιπτώσεις, γενικεύονται και παίρνουν ομαδικό χαρακτήρα με αίτημα την
επιστροφή τους στην πατρίδα. Ο Ορφέας Οικονομίδης γράφει ότι ανάμεσα στα
ξένα στρατεύματα και τα ελληνικά τμήματα, σημειώθηκαν εξεγέρσεις. Έτσι η
αγανάκτηση που κουφόβραζε μέσα στα στρατεύματα εκδηλώθηκε, κι έχουμε,
όχι μόνο τη μεγαλύτερη σε μαζικότητα και δραστηριότητα εξέγερση των
Γάλλων ναυτών και στρατιωτών τον Απρίλη το 1919 στη Μαύρη Θάλασσα, αλλά
και σ΄ άλλα συμμαχικά στρατεύματα έγιναν εξεγέρσεις όπως στον Αρχάγγελο
στις 7 Ιουλίου του 1919 εξεγέρθηκαν Άγγλοι στρατιώτες, ενώ μέσα στα
ελληνικά τμήματα άρχισε η αντίστροφη μέτρηση.
Στο Βορειοδυτικο Μέτωπο της Οδησσού, της Μπερεζόφκα-Σέρμπκα το Δεύτερο Τάγμα του 34ου
Ελληνικού Συντάγματος αρνήθηκε να χτυπησει τους Γαλλους στρατιώτες όταν
αυτοί ξεσηκώθηκαν κι εγκατέλειψαν το μετωπο. Δυο μέρες αργότερα στο
ίδιο μετωπο, στην Κερμίδοφκα, όπου είχαν υποχωρήσει τα συμμαχικά
στρατεύματα (ελληνογαλλικα), οι φαντάροι του ίδιου τάγματος κύκλωσαν τη
σκηνή του διοικητή τους ζητώντας να μεταφερθούν στην Οδησσό κι από κει
στη χώρα τους. Ενώ το Πρώτο και 34ο ελληνικά Συντάγματα
αποδοκίμασαν το διοικητή του Τρίτου Συντάγματος συνταγματάρχη Γεώργιο
Κονδύλη όταν αυτός θελησε να επιστρέψουν στην πρώτη γραμμή που είχαν
εγκαταλείψει.
Όπως
προκύπτει από τα παραπάνω, ανάμεσα στους Έλληνες στρατιώτες άρχισαν να
δυναμώνουν οι αντιπολεμικές διαθέσεις και να πυκνώνουν οι αρνήσεις τους
να πάρουν μέρος στις μάχες. Με ένα «γιούχα παπά» αποδοκίμασαν οι
Έλληνες στρατιώτες και τον αρχιμανδίτη Φλωρίνης, όταν αυτός θέλησε να
τους συμβουλέψει να κρατήσουν τις θέσεις τους στο μέτωπο. Η κατάσταση
που δημιουργήθηκε διέψευσε τις μεγάλες ελπίδες της συμμαχικής και
ελληνικής διοίκησης που στήριζαν στον ελληνικό στρατό ότι αυτός δύσκολα
υποβαλλόταν στην επαναστατική επίδραση. Προβλέποντας αυτή τη δυσάρεστη
κατάσταση, ακόμα στις 27 Οκτωβρίου 1018 ο αρχιστράτηγος των «Συμμαχικών
Στρατών Της Ανατολής» ο Γάλλος στρατηγός Φρανσέ Ντ΄Εσπερέ, σε αναφορά
του στον πρωθυπουργό Ζωρζ Κλεμανσώ, υποδείχνει πως οι στρατιώτες δεν θα
πολεμήσουν ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία. Οι προγνώσεις του επαληθεύτηκαν
αργότερα στη ζωή.
Με τη συνέχιση της παραμονής του ελληνικού Εκστρατευτικού σώματος στο
σοβιετικό έδαφος, όλο και πολλαπλασιάζονταν και δυνάμωναν οι ανοιχτές
διαμαρτυρίες των Ελλήνων στρατιωτών, ή μη εκτέλεση των διαταγών των
διοικητών, μεγάλωνε το χάσμα μεταξύ στρατιωτών και διοίκησης.
Αποκορύφωμα αποτέλεσε το Πρώτο Τάγμα του Τρίτου Συντάγματος πεζικού, που
παραβίασε τις διαταγές της διοίκησής του, γι΄αυτό αποστάλθηκε στην
Κωνσταντινούπολη. Ενώ ο διοικητής του Πρώτου τάγματος, ταγματάρχης
Βασίλης Τεργιακίδης, αντικαταστάθηκε από το λοχαγό Συμεών Βλάχο.
Να ένα ακόμα παρόμοιο γεγονός. Δύο τμήματα του ελληνικού στρατού,
που στρατοπέδευαν στην Οδησσό, αρνήθηκαν να εκτελέσουν διαταγή της
διοίκησής τους, να επιτεθούν ενάντια στους μπολσεβίκους. Ύστερα από τα
γεγονότα αυτά αφοπλίστηκαν, έγιναν συλλήψεις στρατιωτών τους οποίους
επιβίβασαν σε πλοία και με συνοδεία τους έστειλαν στην Ελλάδα. Την
άνοιξη του 1919, μεγάλες ταραχές εκδηλώθηκαν στις γραμμές των ελληνικών
στρατευμάτων που βρίσκονταν στην Οδησσό. Η φυλακή της Οδησσού
κυριολεκτικά ήταν κατάμεστη από Έλληνες στρατιώτες που αρνούνταν να
πολεμήσουν ενάντια στον Κόκκινο Στρατό. Όχι μόνο στις γραμμές του
ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος παρουσιαζόταν μια τέτοια πυροδοτημένη
κατάσταση ανυπακοής στους διοικητές, αλλά πολλοί στρατιώτες των
συμμαχικών δυνάμεων , ιδιαίτερα σε μεγάλη έκταση οι Γάλλοι, αρνήθηκαν
να πολεμήσουν ενάντια στο σοβιετικό λαό.
Να ένα άλλο γεγονός που πολύ χαρακτηριστικά μαρτυρεί τη στάση των
Ελλήνων φαντάρων απέναντι στην επέμβαση. Σ΄ένα ελληνικό στρατιωτικό
τμήμα ανατέθηκε η φρούρηση του εργοστασίου τσιγάρων Οδησσού, του Ποπόφ.
Στο εργοστάσιο αυτό εργάζονταν δυόμισι χιλιάδες άτομα, στην πλειοψηφία
τους γυναίκες. Οι Έλληνες στρατιώτες προξένησαν καταστροφές στις
εγκαταστάσεις του εργοστασίου. Οι τοπικές αρχές της πόλης
διαμαρτυρήθηκαν στην ελληνική στρατιωτική διοίκηση της Οδησσού και
ζήτησαν να παρθούν μέτρα αποτροπής των καταστροφών. Παράλληλα η
διεύθυνση της επιχείρησης έστειλε δύο άτομα στο εργοστάσιο για να
καθορίσουν το μέγεθος των ζημιών. Τους απεσταλμένους «άγνωστοι» τους
δέχτηκαν με πέτρες και πυροβολισμούς. Μάλιστα αυτά τα γεγονότα
διαδραματίστηκαν παρουσία Ελλήνων στρατιωτών και αξιωματικών. Στάθηκε
αδύνατο να καθορίσουν ποιοι συμμετείχαν σ΄αυτά τα επεισόδια.
Οι Έλληνες στρατιώτες όχι μόνο δεν εκτελούσαν τυφλά τις διαταγές των
διοικήσεών τους, αλλά για να μη γίνουν δήμιοι των σοβιετικών πολιτών
αυτομολούσαν και προσχωρούσαν στις τάξεις του σοβιετικού στρατού. Ένας
υπαξιωματικός και δύο στρατιώτες από μονάδα του Δεύτερου Συντάγματος
αυτομόλησαν. Η δυσάρεστη κατάσταση που δημιουργήθηκε στις γραμμές του
ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος, πήρε τέτοιες διαστάσεις που οι
αυτομολήσεις πήραν ομαδικό χαρακτήρα. Ο υπαξιωματικός του 9ου
λόχου Παπαδόπουλος μαζί με 70 στρατιώτες πέρασαν στον Κόκκινο Στρατό.
Σε αφήγηση του ο Παπαδόπουλος ανέφερε ότι στον ελληνικό στρατό επικρατεί
ολοκληρωτική αποσύνθεση. Οι λιποταξίες, αυτομολήσεις κλιμακώνονταν,
γίνονταν καθημερινό φαινόμενο με τεράστιες διαστάσεις. Χαρακτηριστικές
της κατάστασης που επικρατούν είναι οι γνώμες πολλών Ελλήνων που
αυτομόλησαν.
Ο στρατιώτης του Πρώτου Τάγματος , της Πρώτης Μεραρχίας Ακίμονας
Χρήστος του Θεοδώρου αναφέρει ότι ύστερα απ΄ο,τι έχει μάθει ότι είναι οι
μπολσεβίκοι, αποφάσισε ν’ αυτομολήσει. Ο συνάδερφός του Θεόδωρος
Αρσένης, του Δεύτερου Συντάγματος, εγκατέλειψε τη μονάδα του και
κολυμπώντας πέρασε το Δνείσπερο στην περιοχή του χωριού Μαγιάκ και
εντάχτηκε στις γραμμές του αντάρτικου Συντάγματος που δρούσε στην
περιοχή. Μόνο από το 34ο Σύνταγμα που στρατοπέδευε στην
Οδησσό, στις 18 Μαρτίου εξαφανίστηκαν δύο στρατιώτες, στις 5 Απριλίου
1919 εξαφανίστηκε ο δεκανέας Εμμανουηλίδης Α., οι στρατιώτες
Κοντρόπουλος Κ., Ντάνης Γ. και Ρηγούτσος. Από το Δεύτερο Σύνταγμα που
βρισκόταν στην Κριμαία, λιποτάκτησαν ένας δεκανέας και δύο στρατιώτες.
Για ν΄αποτρέψει τις λιποταξίες και αυτομολήσεις, η διοίκηση του
Συντάγματος δημιούργησε μια θεατρική παράσταση που δήθεν βρέθηκαν τα
«ματωμένα ρούχα» των αυτόμολων και ότι τους σκότωσαν οι μπολσεβίκοι. Με
τέτοιο τρόπο προσπαθούσαν ν΄αποτρέψουν τις αυτομολήσεις και να
αποδείξουν ποια «τύχη» τους περιμένει.
Ένα βασικό γεγονός που αποδείχνει το γενικό χαρακτήρα δυσαρέσκειας
των στρατιωτών και αξιωματικων του ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος,
αποτελεί ο αριθμός των εξαφανισθέντων. Από τις συνολικές απώλειες του
ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος Στρατού (1.055), οι εξαφανισθέντες
ανέρχονται στους 398 και αποτελούν το 40% σχεδόν των απωλειών. Αυτό
αποτελεί αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο που μαρτυρεί τις διαθέσεις των
Ελλήνων στρατιωτών στην αντιμετώπιση της τυχοδιωκτικής εκστρατείας.
Πολλοί από τους εξαφανισθέντες πέρασαν στις γραμμές του Κόκκινου
Στρατού. Η απόγνωση των Ελλήνων φαντάρων και των συμμαχικών δυνάμεων
έφτασε σε τέτοιο βαθμό, που όχι μόνο αρνούνταν να πολεμήσουν ενάντια στη
σοβιετική εξουσία και ατομολούσαν, αλλά όταν γινόταν η εκκένωση της
Οδησσού, οι στρατιώτες της 7ης ουγγρικής μεραρχίας τους περισσότερους αξιωματικούς τους πέταξαν από το τρένο, με αποτέλεσμα 20 αξιωματικοί να σκοτωθούν.
Οι ιμπεριαλιστές της Αντάντ, κι ανάμεσα τους και η ελληνική
στρατιωτική διοίκηση, για να τρομοκρατήσουν τον ντόπιο πληθυσμό και να
τον κρατήσουν κατω από την υποταγή τους, να διατηρούν τη μαχητικότητα
των στρατευμάτων τους, να αποτρέψουν τις μολύνσεις των στρατιωτών, σε
μόνιμη βάση και μ΄επιμονή διέδιδαν για ωμότητες των μπολσεβίκων, για
βασανιστήρια στα οποία υποβάλλονται οι αιχμάλωτοι, για εκτελέσεις κ.λ.π.
Για να εκφοβίζει τους στρατιώτες η ελληνική στρατιωτική διοίκηση,
υποχρέωνε τα ελληνικά τάγματα και λόχους να στέλνουν αντιπροσώπους για
να παρακολουθούν τις εκτελέσεις των μπολσεβίκων και άλλων Σοβιετικών
πολιτών που καταδικάζονταν από τα στρατοδικεία σε θάνατο. Παρόλες τις
απεγνωσμένες πολύμορφες προσπάθειες των ιθυνόντων κύκλων των
καπιταλιστικών χωρών να εμποδίσουν και να αποτρέψουν τη δυσάρεστη
εξέλιξη της κατάστασης μέσα στα στρατεύματά τους, αναγκάστηκαν να
τα΄αποσύρουν από το σοβιετικό έδαφος, για να προλάβουν ν΄αποτρέψουν την
ολοκληρωτική «μπολσεβίκικη μόλυνσή τους» και ν΄αντιμετωπίσουν την ολοένα
διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια στις ίδιες τους τις χώρες. ] Η
στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική
Ρωσία και η Ελλάδα, 1918 – 1920 Κώστας Αυγητίδης, σελ 173-179
H υπεράσπιση της Οκτωβριανής επανάστασης και η διεθνιστική αλληλεγγύη
βοήθησαν σε μεγάλο βαθμο στην νίκη της Ε.Σ.Σ.Δ. Αυτή η αλληλεγγύη των
εργατών, των αγροτών, των προοδευτικών διανοούμενων εκδηλώθηκε με
συγκεντρώσεις , απεργίες, διαμαρτυρίες , με άρνηση για συμμετοχή στη
στρατιωτική επέμβαση, με ένταξη ξένων μαχητών στις γραμμές του Κόκκινου
Στρατού.[οι εκδηλώσεις συμπαράστασης εκφράζονταν σ΄ όλο
τον κόσμο με συνθήματα «Κάτω τα χέρια απ΄τη Ρωσία», «Ειρήνη με τη
Ρωσία», «ν΄αποσυρθούν τα στρατεύματα απ΄τη Ρωσία» κ.α. Οι στρατιώτες των
χωρών της Αντάντ διατράνων την απόφαση τους να μη γίνουν δήμιοι των
Σοβιετικών συναδέλφων τους.] Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα, 1918 – 1920 Κώστας Αυγητίδης, σελ.267
Εθελοντικά διεθνιστικά τμήματα σχηματίστηκαν και συντάχτηκαν με τον
Κόκκινο Στρατό. Σ΄ αυτά τα ξένα διεθνιστικά στρατιωτικά τμήματα και στις
γραμμές υπηρετούσαν περίπου 250.000-300.00 διεθνιστές και εκπροσωπούσαν
σχεδόν το 4% του τακτικού Κόκκινου Στρατού. Πολλοί απ΄ αυτούς τους
διεθνιστές θυσίασαν ακόμα και το πολυτιμότερο αγαθό, την ίδια τη ζωή
τους για την υπεράσπιση του σοσιαλισμού. Διάσημοι, όπως ο Τζων Ρηντ, ο
Γιάροσλαβ Χάσεκ, Ωρίων Αλεξάκης, ο Μπέλα Κουν πολέμησαν ηρωικά από τις
επάλξεις του Κόκκινου στρατού.
Οσον αφορα την Ελλάδα, πέρα από το Σ.Ε.Κ.Ε. που εξέφρασε την διεθνιστική του αλληλεγγύη, [στην
Αθήνα, συγκροτήθηκε επιτροπή διανοούμενων μ΄επικεφαλής των Κωστή
Παλαμά, για τη διεξαγωγή εράνων για τους πεινασμένους στη Σοβιετική
Ρωσία. Η συμπαράσταση προς τη Σοβιετική Ρωσία, αγκάλιασε διάφορα
κοινωνικά στρώματα της χώρας. Εξέχοντες Έλληνες πνευματικοί παράγοντες
υπόγραψαν έκκληση συμπαράστασης και βοήθειας προς το σοβιετικό λαό.
Μεταξύ τους συγκαταλεγόταν και ο Κωστής Παλαμάς. Στην έκκλησή του
αναφερόταν : «…Μην ξεχνάτε τι οφείλουμε στη Ρωσία και πόσο η σκέψη μας
και το αίσθημα μας θα ήταν στενότερα και πιο φτωχά, αν δε βρισκότανε η
Ρωσία των μεγάλων συγγραφέων». Τους φιλικούς ελληνορωσικούς δεσμούς είχε
υπόψη του ο κρητικός λογοτέχνης Νίκος Καζαντζάκης έγραφε: «Αν δε σωθεί η
Ρωσία, η Ελλάδα δε σώζεται..»] Η
στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική
Ρωσία και η Ελλάδα, 1918 – 1920 Κώστας Αυγητίδης, σελ. 275-277
Ο Λένιν έγραφε σχετικά:
«Νικήσαμε την Αντάντ, επειδή πήραμε με το μέρος μας, του εργάτες και
τους αγρότες που ήταν ντυμένοι στο χακί.» «Στερήσαμε από την Αγγλία, την
Γαλλία και τις Η.Π.Α. τους εργάτες και τους αγρότες». Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα, 1918 – 1920 Κώστας Αυγητίδης, σελ.268
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου